Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

Λογοτεχνία και Κινηματογράφος

Από τις σελίδες του βιβλίου    



 στα πλάνα της ταινίας...
  
Λογοτεχνία και κινηματογράφος είναι άμεσα συνδεδεμένα. Η συγγραφή βιβλίων επηρέασε σημαντικά την εξέλιξη της έβδομης τέχνης. Ειδικότερα, έδωσε τη βάση για τη συνεχόμενα ανοδική πορεία που παρουσιάζει ο κλάδος αυτός. Είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός πως έργα τόσο κλασσικής όσο και σύγχρονης λογοτεχνίας εμπνέουν όλο και περισσότερους κινηματογραφικούς δημιουργούς, οι οποίοι καταφέρνουν να τα προβάλλουν μέσα από έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Απότοκο αυτού είναι πολλές μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες, καθώς και η ανάδειξη λογοτεχνικών έργων, που υπό άλλες συνθήκες δε θα είχαν βρει θέση στη λίστα των ευπώλητων.
by «Τα Φιλαράκια»



Λογοτεχνία και Κινηματογράφος


Με τον όρο Λογοτεχνία εννοούμε τα γραπτά και προφορικά προϊόντα του έντεχνου λόγου. Πλέον, έχει εμφανιστεί κι ο κινηματογράφος. Ο κινηματογράφος ή αλλιώς σινεμά αποτελεί σήμερα την αποκαλούμενη και έβδομη τέχνη, δίπλα στη γλυπτική, τη ζωγραφική, το χορό, την αρχιτεκτονική, τη μουσική και τη λογοτεχνία. Αρχικά εμφανίστηκε περισσότερο ως μια νέα τεχνική καταγραφής της κίνησης αλλά αργότερα εξελίχθηκε σε ένα σύγχρονο και παράλληλα αναγκαίο, πλέον , ψυχαγωγικό μέσο. Πολλά λογοτεχνικά έργα από γραπτή μορφή μεταφέρονται στην «οθόνη του κινηματογράφου». Αυτή η μεταφορά όμως έχει ως απότοκο την αλλοίωση του νοήματος του έργου, και την πραγματοποίηση πολλών μετατροπών και αλλαγών σε αυτό. Διότι αυτές οι δύο «ξένες» μεταξύ τους τέχνες χρησιμοποιούν διαφορετικές γλώσσες και διαφορετικούς εκφραστικούς τρόπους με τους οποίους μεταδίδουν το έργο στους αναγνώστες ή θεατές.











Από το βιβλίο........




Στο φιλμ.....






και στον κινηματογράφο!

Timeline

Frankenstein - The creation


Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2015


Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου

Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου θεωρείται το τελειότερο αρχαίο ελληνικό θέατρο από άποψη ακουστικής και αισθητικής. Βρίσκεται στον χώρο του Ασκληπιείου Επιδαύρου, σε πλαγιά του Κυνόρτιου όρους, πολύ κοντά στην κωμόπολη Λυγουριό.

Ιστορία

Το αρχαίο θέατρο κατασκευάστηκε μεταξύ του 340 π.Χ. και του 330 π.Χ. από τον Αργείο αρχιτέκτονα Πολύκλειτο τον Νεότερο όπως αναφέρει ο Παυσανίας. Το θέατρο χτίστηκε για διασκέδαση των ασθενών του Ασκληπιείου αλλά και ως ένα μέσο θεραπείας καθώς υπήρχε η πεποίθηση πως η παρακολούθηση θεάτρου είχε ευεργετικά αποτελέσματα για την ψυχική και σωματική υγεία των ασθενών. Το αρχαίο θέατρο είχε χωρητικότητα 15.000 θεατών. Χωρίζεται σε δύο μέρη (διαζώματα): το άνω διάζωμα των 21 σειρών καθισμάτων για τον λαό και το κάτω, από 34 σειρές καθισμάτων, για τους ιερείς και τους άρχοντες. Το θέατρο είναι κατασκευασμένο από πορόλιθο ο οποίος απορροφά τον ήχο όπως το ανθρώπινο σώμα.

Οι ανασκαφές

Το αρχαίο θέατρο αποκαλύφθηκε ύστερα από ανασκαφές που πραγματοποίησε ο αρχαιολόγος Π.
Καββαδίας, υπό την αιγίδα της Αθηναϊκής Αρχαιολογικής Εταιρείας κατά το διάστημα 1870-1926. Λίγα χρόνια μετά, το 1938 ανέβηκε η πρώτη παράσταση στον χώρο του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου. Η παράσταση ήταν η τραγωδία Ηλέκτρα του Σοφοκλή με πρωταγωνίστριες την Κατίνα Παξινού και την Ελένη Παπαδάκη. Οι παραστάσεις σταμάτησαν στην συνέχεια λόγω του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Στις αρχές της δεκαετίας του '50, το θέατρο δέχτηκε εργασίες αναστήλωσης για να μπορεί να δέχεται μεγάλο αριθμό θεατών και από το 1955 εγκαινιάστηκε το Φεστιβάλ Επιδαύρου που περιλάμβανε παραστάσεις στο αρχαίο θέατρο κάθε καλοκαίρι. Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου έχουν εμφανιστεί στην Επίδαυρο ορισμένοι από τους μεγαλύτερους Έλληνες και ξένους ηθοποιούς αλλά και η διάσημη Ελληνίδα σοπράνο Μαρία Κάλλας.





Πηγή: Wikipedia

Συνολική Θεώρηση Έργου

Η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή είναι κατά πάσα πιθανότητα το δεύτερο, μετά τον «Αίαντα», σε αρχαιότητα από τα έργα που μας σώζονται. Η διδασκαλία της τοποθετείται στα 442 π.Χ. Στο δραματικό αγώνα το έργο του Σοφοκλή κέρδισε την πρώτη θέση και είχε τόσο μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό που την επόμενη χρονιά ο ποιητής εκλέχθηκε συστράτηγος του Περικλή στην εκστρατεία της πόλης εναντίον της Σάμου.

Στην τραγωδία αυτή και ειδικότερα στα πρόσωπα του Κρέοντα και της Αντιγόνης στέκονται αντιμέτωπες η πολιτεία και η οικογένεια σαν δύο περιοχές με ίσα δικαιώματα, που οι αντιπρόσωποί τους αναγκαστικά καταστράφηκαν μέσα σ’ αυτήν τη σύγκρουση.

Ο Πολυνείκης προκάλεσε την εκστρατεία των Επτά εναντίον της Θήβας, της πατρίδας του, και σκοτώθηκε σαν προδότης της χώρας του μπροστά στα κάστρα της. Η άποψη να του αρνηθούν την ταφή στο έδαφος της πατρίδας, θα μπορούσε να υποστηριχθεί σύμφωνα με τις ελληνικές δικαιικές αντιλήψεις, φτάνει να τον ξάπλωναν κάπου πιο πέρα από τα σύνορα στην τελευταία του ανάπαυση. Αυτός ο Κρέοντας όμως, που ύστερα από τη διπλή αδελφοκτονία πήρε την εξουσία στη Θήβα, πάει πολύ πιο πέρα από αυτό. Έβαλε φρουρούς κοντά στο νεκρό, που θα φρόντιζαν να τον ξεσχίσουν τα σκυλιά και τα όρνια, και τα υπολείμματα να σαπίσουν στη λαύρα του ήλιου. Οι Αθηναίοι που άκουγαν αυτόν τον Κρέοντα, θα έπρεπε να αναλογίζονταν την κατάρα που έριξε πάνω σε όλους ένας ιερέας από το γένος των Βουζύγων, γιατί άφησαν να κείτεται άταφος ένας νεκρός. Αυτός ο Κρέοντας δεν είναι η φωνή της Πολιτείας, που ξέρει τα δικαιώματα αλλά και τους περιορισμούς της. Αυτόν τον σπρώχνει εκείνη η υπερβολή, που τίποτε άλλο δεν βλέπει εκτός από τον εαυτό της, μια «ύβρις» διπλά επικίνδυνη και απαράδεκτη, γιατί εμφανίζεται με το κύρος της εξουσίας. Η «Αντιγόνη» δεν είναι ένα δράμα θέσεων, στη συμπεριφορά όμως και τον πόνο αυτών των ανθρώπων γίνεται αρκετά ευδιάκριτο το πρόβλημα, αν η Πολιτεία μπορεί να θεωρεί τον εαυτό της σαν έσχατη και ανώτατη αξία, ή αν και αυτή πρέπει να σέβεται νόμους, που δεν προήλθαν από αυτήν και που ξεφεύγουν αιώνια από τη δικαιοδοσία της.

Στην εξέλιξή του το έργο εμφανίζεται σαν δράμα της αντίστασης εναντίον του Κρέοντα και της βαθμιαίας πραγμάτωσης της αποδοκιμασίας του. Την αντίσταση την αναλαμβάνει η Αντιγόνη, και ο ποιητής την δείχνει να καταπιάνεται δύο φορές με την πράξη της. Την πρώτη φορά πετυχαίνει να σκεπάσει, χωρίς να τη δουν, το νεκρό αδελφό της με ένα στρώμα σκόνης. Όταν όμως οι φρουροί καθάρισαν ξανά το πτώμα, που είχε αρχίσει να λιώνει, αυτή ξαναγυρνά και συλλαμβάνεται τη στιγμή που ξαναδοκιμάζει μια συνολική ταφή. Η επανάληψη του θέματος έχει κυρίως το νόημα να αφήσει να φανεί τόσο γερό το χτύπημα που κατευθύνεται εναντίον του Κρέοντα, όσο το επιτρέπουν γενικά οι δύσκολες συνθήκες αυτής της ταφής. Και μπορούμε έτσι να δούμε την Αντιγόνη για μια στιγμή να πετυχαίνει, πριν να συμμερισθούμε τον πόνο της καταστροφής της.

Μόλις ο Κρέοντας έχει ξεστομίσει τη θανατική καταδίκη της Αντιγόνης, κι αρχίζει κιόλας ο δρόμος που οδηγεί προς την καταστροφή του. Ο γιος του ο Αίμονας, ο μνηστήρας της Αντιγόνης, είναι ο πρώτος που τον αποδοκιμάζει. Ύστερα από μεγάλο «αγώνα», που ανεβαίνει από την υπάκουη υιική παράκληση στην κραυγή της απελπισίας, ο Αίμονας αφήνει τον πατέρα του. Από αυτόν πρέπει επίσης να ακούσει ο Κρέοντας ότι η πόλη καταδικάζει ομόφωνα την απόφασή του. Αυτός όμως ακόμα επιμένει σ’ αυτό που θεωρεί δίκαιό του, δίκαιο της πολιτείας. Γιατί αυτός ο Κρέοντας δεν είναι απλά ο κακοποιός που εν γνώσει του θέλει το άδικο. Είναι τόσο αδιέξοδα αιχμάλωτος της πίστης προς την απεριόριστη δύναμη της πολιτείας και τη δική του, που την ταυτίζει μ’ εκείνην (στ. 738), ώστε ο δρόμος του από την «ύβρη» στην καταστροφή δεν είναι μονάχα ένα ηθικό παράδειγμα, αλλά κι ένα κομμάτι γνήσιας τραγικότητας.

Και οι θεοί αποδοκιμάζουν τον Κρέοντα. Το κάνουν πρώτα με το στόμα του μάντη Τειρεσία, ο οποίος
μιλά για τα φρικτά σημάδια που προδίδουν τη μόλυνση της πόλης από το πτώμα που λιώνει. Ο Κρέοντας βρίσκεται και τώρα ακόμα μέσα σε μια γοργοκίνητη παραίσθηση, κι ενώ είναι χτυπημένος
από τους θεούς, φαντάζεται ότι ο μάντης τον απατά, και φωνάζει σε μια τελευταία έξαρση της αλαζονείας του να μην ταφεί ο νεκρός, κι αν ακόμα οι αετοί του Δία έφερναν ξεσκλίδια από το πτώμα στο θρόνο του ύψιστου θεού. Όταν όμως ο Τειρεσίας έφυγε με τη φοβερή κατάρα ότι ο Κρέοντας θα πληρώσει με τη δική του σάρκα και με το δικό του αίμα το έγκλημά του εναντίον του δικαιώματος του νεκρού, τότε όλα μαζί, τύφλωση, περηφάνια και παραίσθηση σωριάζονται με ένα χτύπημα μέσα του, κι ο Κρέοντας θέλει να σώσει ό,τι μπορεί να σωθεί.

Οι θεοί όμως δε δέχονται πια τη θέλησή του να εξιλεωθεί. Την Αντιγόνη τη βρίσκει κρεμασμένη στον υπόγειο θάλαμο, από τον οποίο θέλει να την απελευθερώσει, κι επάνω στο πτώμα της ο Αίμονας, ύστερα από μια έκρηξη άγριου μίσους εναντίον του πατέρα του, αυτοκτονεί. Ένας αγγελιοφόρος αναγγέλλει τα συμβάντα στην Ευρυδίκη, τη γυναίκα του Κρέοντα, που αμίλητη ξαναμπαίνει στο παλάτι, για να σκοτωθεί εκεί με μια κατάρα εναντίον του άνδρα της. Έρημος και τσακισμένος απομένει ο Κρέοντας ζωντανός, γλιτώνοντας από την καθυστερημένη αναγνώριση του σφάλματός του.

Το έργο είναι ένα δράμα με δύο ήρωες, και χωρίς να μεταθέσουμε μονόπλευρα τον τόνο, πρέπει να αναγνωρίσουμε μια τραγωδία του Κρέοντα και μια της Αντιγόνης. Ακολουθώντας τον Hegel προσπάθησαν πολύν καιρό να καταλογίσουν και σ’ αυτήν την ηρωίδα κάτι σαν τραγική ενοχή. Η ερμηνεία αυτή είναι λαθεμένη και με νεότερες μελέτες πάνω στο θέμα εγκαταλείφθηκε. Για ποιο πράγμα πολεμά αυτή η Αντιγόνη, το λέει στη μεγάλη της συζήτηση με τον Κρέοντα αρκετά καθαρά: αυτή υποστηρίζει τους αιώνιους και ανάλλαγους νόμους των θεών, που δεν μπορεί να τους αχρηστεύσει καμιά ανθρώπινη διαταγή. Το ότι αυτή μιλά εδώ με τα πιο εσώψυχα λόγια του ποιητή, το νιώθουμε από το «ήθος» του χωρίου. Και πάνω απ’ αυτό, την αναμφισβήτη απόδειξη τη δίνει ένα προγραμματικό χορικό του πρώτου Οιδίποδα (στ. 865). Εκεί ο Σοφοκλής υμνεί το νόμο του υψηλού Αιθέρα, που κατάγεται από την περιοχή των θεών και δεν έχει την αρχή του στη φύση των ανθρώπων.

Ο Ehrenberg έδειξε πως η τρεχούμενη άποψη, η οποία θεωρεί το Σοφοκλή και τον Περικλή σαν εκπροσώπους μιας ουσιαστικά ενιαίας περιόδου της κλασικής ακμής, στην πραγματικότητα καλύπτει μια πάρα πολύ σημαντική αντίθεση. Ο ποιητής και ο πολιτικός στέκονται ο ένας απέναντι στον άλλον σαν εκπρόσωποι ενός θεόνομου και ανθρωπόνομου κοσμοειδώλου, όχι βέβαια σε ανοιχτή σύγκρουση, αλλά μάλλον σε μια ένταση. Ο Σοφοκλής έζησε την ορμητική εξέλιξη της εποχής του με βαθιά ανησυχία. Αυτή η εξέλιξη αναγγελλόταν στην πολιτική ζωή με τις τάσεις για δημιουργία ενός κράτους κάτω από την αθηναϊκή ηγεσία, στην πνευματική όμως με τις ιδέες της σοφιστικής, που ανέτρεπαν την παράδοση. Ακριβώς η εποχή που σ’ αυτήν γεννήθηκε η Αντιγόνη, φαινόταν πως ήθελε να διασπάσει όλα τα σύνορα, και τότε τραγούδησε ο ποιητής εκείνο το τραγούδι, που το διαβάζουμε σαν πρώτο στάσιμο στο δράμα που μας απασχολεί και που αντηχεί πάνω από τις χιλιετίες, όπως δεν αντηχεί κανένα άλλο στις μέρες μας. Μεγάλος και δυνατός, αλλά και φοβερός και παράξενος ονομάζεται ο άνθρωπος, που θέλει να υποτάξει όλες τις περιοχές της φύσης κάτω από τη θέλησή του, κι επάνω σ’ αυτόν το δρόμο να τολμήσει τα πιο τολμηρά πράγματα. Όμως πάντα ένα πράγμα εξακολουθεί να είναι το αποφασιστικό: αν έχει γνώση του Απολύτου, που το έβαλαν οι θεοί, ή αν σαν περιφρονητής της αιώνιας τάξης σπρώχνει και τον εαυτό του και την κοινωνία στην εκμηδένιση.

Και ο χορός των Θηβαίων γερόντων δεν πάει με το μέρος της Αντιγόνης, κι από αυτό θέλησαν να συμπεράνουν ότι καταδικάζει τη στάση της. Όποιος όμως διαβάζει παρακάτω και λογαριάζει πως αυτός ο ίδιος ο χορός, ύστερα από τη σκηνή του Τειρεσία, ως τα σπουδαία τελικά λόγια, καταδικάζει τον Κρέοντα, θα αναγνωρίσει αμέσως ότι ο ποιητής, στο πρώτο μέρος, με την επιφυλακτικότητα των γερόντων προσπάθησε να δείξει την απόλυτη απομόνωση της Αντιγόνης. Ο φόβος μπροστά στον Κρέοντα έδινε στο χορό μια εύκολη και ικανοποιητική δικαιολογία για τη στάση του.

Μια φορά μονάχα παραξενεύει εμάς τους σημερινούς αυτή η Αντιγόνη. Είναι το χωρίο στον τελευταίο της λόγο (στ. 905), στο οποίο δικαιολογεί την πράξη της με το ότι, αν ήταν παντρεμένη, θα μπορούσε στην ανάγκη να πάρει άλλον άνδρα ή να κάμει άλλο παιδί, δε θα μπορούσε όμως ποτέ, αφού πέθαναν οι γονιοί της, να αποκτήσει άλλον αδελφό. Εδώ διατυπώνεται ένα βασικό γνώρισμα της ελληνικής φύσης, να βρίσκει, ακόμα και για ό,τι συμβουλεύει η καρδιά, μια δικαιολογία στην περιοχή του λογικού. Από την άλλη μεριά όμως το χωρίο αποτελεί μια ενδιαφέρουσα μαρτυρία – όχι τη μοναδική – για την οικειότητα του ποιητή με τον Ηρόδοτο, ο οποίος στην ιστορία του χρησιμοποίησε το θέμα σε κατάλληλη θέση για τη γυναίκα του Ινταφέρνη (3, 119).

Σχεδόν δε θα χρειαζόταν, ύστερα από τις εξηγήσεις που προηγήθηκαν, να υπερασπίσουμε την εσωτερική ενότητα του έργου εναντίον εκείνων που στο τελευταίο τρίτο του βρίσκουν μια ολωσδιόλου αυτοτελή τραγωδία του Κρέοντα. Με αυτό δεν αμφισβητούμε ωστόσο το ότι η συνοχή της σύνθεσης δεν είναι – εδώ μάλιστα θα μπορούσαμε να πούμε καλύτερα «δεν είναι ακόμα» - εκείνη που ο Σοφοκλής πετυχαίνει στα δράματα της ωριμότητάς του.






Πηγή: piotermilonas.blogspot.gr

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015


Μυθολογικό Υπόβαθρο

Η Αντιγόνη ήταν ένα από τα τέσσερα παιδιά που ο Οιδίποδας απέκτησε με την Ιοκάστη, βασίλισσα της Θήβας, χωρίς να γνωρίζει πως εκείνη ήταν η φυσική μητέρα του. Τα υπόλοιπα παιδιά τους ήταν η Ισμήνη, ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης. Ο Οιδίποδας είχε καταραστεί τους γιους του να διαφωνήσουν για το μοίρασμα της κληρονομιάς τους και να αλληλοσκοτωθούν, επειδή είχαν παραβιάσει διαταγές του.

Όταν ο Οιδίποδας ανακάλυψε την αλήθεια για την καταγωγή του αυτοεξορίστηκε και τα δύο αδέρφια συμφώνησαν να κυβερνούν εναλλάξ τη Θήβα ανά έναν χρόνο. Μετά το πρώτο έτος διακυβέρνησης ο Ετεοκλής αρνήθηκε να παραχωρήσει τον θρόνο στον Πολυνείκη. Έτσι ο δεύτερος έφυγε από τη Θήβα και πήγε στο Άργος, όπου παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά Άδραστου και οργάνωσε εκστρατεία εναντίον της Θήβας. Η εκστρατεία απέτυχε, όμως και οι δύο αδερφοί σκοτώθηκαν σε μονομαχία μεταξύ τους. Τον θρόνο ανέλαβε τότε ο Κρέων, αδερφός της Ιοκάστης, που διέταξε να μείνει άταφο το πτώμα του Πολυνείκη επειδή πρόδωσε την πατρίδα του.




Πηγή: Wikipedia

Διακρίσεις

Η θαυμάσια μεταφορά του δράματος της Αντιγόνης στον κινηματογράφο, σε συνδυασμό με τις εξαιρετικές παραστάσεις των Ειρήνης Παππά, Μάνου Κατράκη και Μάρως Κοντού έχουν αναδείξει το έργο. Έτσι, η ταινία έχει λάβει δύο βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1961 (μουσικής και α' γυναικείου ρόλου), υποψηφιότητα για Χρυσή Άρκτο στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου, υποψηφιότητα για βραβείο Samuel Goldwyn καλύτερης ταινίας στις Χρυσές Σφαίρες, δύο βραβεία στο Φεστιβάλ Σαν Φρανσίσκο (σκηνοθεσίας και α’ ανδρικού ρόλου), βραβείο α' γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Λονδίνου 1961. Έχει ακόμη επιλεχθεί ανάμεσα στις δέκα καλύτερες ταινίες της χρονιάς 1961 από την Ένωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου Αμερικής.




Πηγή: Wikipedia

Ερμηνεία έργου


Ο Σοφοκλής έγραψε την "Αντιγόνη" από αντίδραση για την εξορία του Θεμιστοκλή, ήρωα της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας. Με το έργο του αυτό επεξεργάζεται την ηθική υποχρέωση για τήρηση των ηθικών νόμων, έστω και αν αυτό σημαίνει αντίσταση κατά των ανθρώπινων νόμων με τίμημα το θάνατο. Ο Κρέοντας είναι παντοκράτορας τύραννος. Ο Αίμων υποστηρίζει την δύναμη του λαού και είναι εναντίον της παντοδυναμίας του πατέρα του. Ο Κρέων όμως επιμένει να τιμωρήσει όποιον καταπατεί τους νόμους, και εδώ την Αντιγόνη που αψήφησε την εντολή του Κρέοντα και κήδεψε τον αδερφό της.

Κρέοντας και Αντιγόνη αποτελούν σύμβολα: Ο Κρέοντας, από τη μία, είναι ο κατ’ εξοχήν εκφραστής της πολιτικής εξουσίας υπό τη φαινομενικότητα του υπερασπιστή της νομιμότητας, δηλαδή του ανθρώπινου νόμου. Η Αντιγόνη, πάλι, παριστάνει να υπερασπίζεται το θείο νόμο έναντι του προαναφερθέντος ανθρώπινου νόμου. Συγχρόνως, όμως, εκπροσωπεί και την υπεράσπιση της πατρίδας. Η τραγωδία, βέβαια, δεν επιχειρεί να δείξει την ανωτερότητα του θείου νόμου απέναντι στον ανθρώπινο, αλλά την ανάγκη να ακούει ο ένας τον άλλο, να μελετά την άλλη άποψη, γιατί κανείς δεν έχει ποτέ δίκαιο μόνος του. Όποιος θέλει να ακούει μόνο τον εαυτό του, ακόμη κι αν έχει δίκαιο, αποδεικνύεται άδικος.

Εκτός αυτού, ο ποιητής θέτει το ερώτημα αν οι «αιώνιοι» θεσμοί γίνονται τίμημα στον βωμό των μικροπολιτικών ενδιαφερόντων. Ο πολίτης κατά τον Σοφοκλή έχει θέληση ελεύθερη, τιμάει όμως τους θεούς και τα έθιμα. Ο Κρέων τιμωρείται από τους θεούς με τον χαμό της οικογένειάς του.




Πηγές: Wikipedia, Hegel-Platon.blogspot

Κάθαρση

Ο μάντης Τειρεσίας προφητεύει μεγάλες συμφορές για τον οίκο του Κρέοντα. Μετανοώντας ο Κρέων θέλει να ελευθερώσει την Αντιγόνη από τον θάλαμο όπου είχε κλειστεί και να ενταφιάσει τον Πολυνείκη, αλλά η Αντιγόνη έχει αυτοκτονήσει και ο Αίμων σκοτώθηκε και αυτός. Η μητέρα του Αίμωνα, Ευρυδίκη, μόλις πληροφορείται τον θάνατο του γιου της, καταριέται τον άνδρα της και αυτοκτονεί. Μπροστά στην καταστροφή ο Κρέων εύχεται να πεθάνει και ον Χορός τελειώνει με τη διατύπωση πως η φρόνηση είναι η κυριότερη προϋπόθεση της ευτυχίας και ότι οι καυχησιολογίες των αλαζόνων, αφού υποστούν μεγάλες ποινές, συνήθως διδάσκουν, πολύ αργά δυστυχώς, τη φρόνηση. (στ.1347-1353) Αργότερα ο Θησέας αιχμαλώτισε τον Κρέοντα και παρέδωσε το σώμα του Πολυνείκη στο πλήθος για ενταφιασμό. Τελικά, ο Κρέων κάηκε ζωντανός όταν η Μήδεια, φθονώντας τον Ιάσονα που μνηστεύτηκε την κόρη του, Γλαύκη, έβαλε τα παιδιά της να του χαρίσουν ένα στέμμα και ένα χιτώνα που τύλιξε στις φλόγες την ίδια, το πατέρα της και πολλούς άλλους στις φλόγες. Ήταν μοιραίο να επέλθει η κάθαρση εις βάρος του.




Πηγή: Wikipedia

Η άγραφη και απαρασάλευτη επιταγή των θεών

Η ταφή των νεκρών ήταν πανελλήνιος νόμος και μόνον οι ιερόσυλοι και οι προδότες έμεινα άταφοι. Η πράξη του Πολυνείκη - επίθεση κατά της πατρίδας του- ήταν προδοτική, αλλά η αδιαλλαξία του Κρέοντα και η εμμονή του στην εφαρμογή αυτού του νόμου, χωρίς να λάβει υπόψιν τον άγραφο νόμο
της συγγενικής αγάπης, που θα αναπτύξει ο Πλάτων στον Γοργία, μιλώντας για το δίκαιο και το νόμιμο, τον έκαναν αντιπαθή στον γιό του, στη γυναίκα του, στον μάντη Τειρεσία και στην κοινή
γνώμη, την οποία εκφράζει ο Χορός. Η Αντιγόνη εκφράζει την «ηθική του κοινού αίματος», που έχει πια επιβιώσει σαν παράδοση, δηλαδή σαν άγραφος νόμο, και εύκολα ο άγραφος νόμος μεταβάλλεται (εκλαμβάνεται) σε θείο νόμο, και ο Κρέοντας εκφράζει το Άστυ (= το εθνικό κράτος της Νεότερης Ιστορίας), τη νομική υπόσταση του κράτους, την κοινή θέληση ή την επιβολή αυτής της θέλησης και όλα αυτά εύκολα μπορούν να ειπωθούν Ανθρώπινος Νόμος.
-Και παρ’ όλα αυτά τόλμησες να παραβείς αυτούς τους νόμους. 
-Ναι, γιατί δεν ήταν ο Δίας που διέταξε αυτά σε μένα ούτε η Δίκη η συγκάτοικος των θεών του κάτω κόσμου όρισε τέτοιους νόμους στους ανθρώπους, ούτε νόμιζα ότι έχουν τόση ισχύ οι δικές σου διαταγές, ώστε να μπορείς να υπερνικήσεις τους άγραφους νόμους και απαρασάλευτους των θεών.

Ωστόσο, από εδώ και πέρα προκύπτει η παρερμηνεία ότι το πρόβλημα της Αντιγόνης και η διαμάχη θείου και ανθρώπινου νόμου, ότι το τραγικό πρόσωπο είναι η Αντιγόνη και από το σημείο αυτό και πέρα προβάλλει δελεαστική η παρερμηνεία : το άτομο που αντιστέκεται στην εξουσία, όπως και με την ίδια λογική αυτό μπορεί να αναστραφεί στο : το άτομο αντιδικεί προς το σύνολο

Οπότε το πρόβλημα που μπαίνει είναι: ποιος εκφράζει το Σύνολο... ώστε να είναι νόμιμη και αποδεκτή η «εξουσία» του; Ο Σοφοκλής αυτό το πρόβλημα το προσεγγίζει με την ενδιάμεση και «ιδεολογική» συμπεριφορά στον Αίμονα. Ο Αίμων ικετεύει τον πατέρα του να φανεί επιεικής, να ακούσει και τη γνώμη των Θηβαίων, ενώ τον απειλεί πως θα σκοτωθεί και εκείνος, αλλά ο Κρέων μένει ανένδοτος. Ο Χορός απαγγέλει τότε τον ύμνο στον έρωτα.



Πηγή: Wikipedia

Ύμνος Χορού προς το ανθρώπινο πνεύμα


Όταν παρουσιάστηκε ένας αγγελιοφόρος, που αναφέρει πως η διαταγή παραβιάστηκε ο Κρέων γίνεται έξω φρενών και απειλεί τους φύλακες. Τότε ο Χορός απαγγέλει τον ύμνο του προς το ανθρώπινο πνεύμα που αρχίζει με τη φράση : «Πολλά τα φοβερά, αλλά τίποτα πιο φοβερό από τον άνθρωπο δεν υπάρχει...», προχωρεί με τη διαπίστωση: «εξουσιάζει με τεχνάσματα τα αγροδίαιτα ορεσίβια ζώα και δαμάζει με περιτράχηλο ζυγό το άλογο με την πλούσια χαίτη και τον ορεσίβιο ακαταπόνητο ταύρο» και τελειώνει με τα λόγια... «δεν είναι άοπλος σε κανένα από όσα πρόκειται να συμβούν στο μέλλον· μόνο του Άδη την αποφυγή δεν θα κατορθώσει· έχει επινοήσει όμως τρόπους αποφυγής αθεράπευτων νόσων».




Πηγή: Wikipedia

Κείμενο

Η Αντιγόνη είναι αρχαία τραγωδία του Σοφοκλή που παρουσιάστηκε πιθανότατα στα Μεγάλα Διονύσια του 441 π.Χ.. Το θέμα της προέρχεται από τον Θηβαϊκό κύκλο, απ' όπου ο Σοφοκλής άντλησε υλικό και για δύο άλλες τραγωδίες του, τον «Οιδίποδα Τύραννο» και τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ». Τα «γεγονότα» της «Αντιγόνης» είναι μεταγενέστερα χρονολογικά από εκείνα των τραγωδιών για τον Οιδίποδα, αλλά η «Αντιγόνη» παρουσιάστηκε πριν από αυτές. Θέμα της είναι η προσπάθεια της Αντιγόνης να θάψει τον νεκρό αδελφό της Πολυνείκη, παρά την αντίθετη εντολή του Κρέοντα, βασιλιά της Θήβας, θέτοντας την τιμή των θεών και την αγάπη για τον αδερφό της υπεράνω των νόμων των ανθρώπων. Η «Αντιγόνη» είναι η δεύτερη αρχαιότερη σωζόμενη τραγωδία του Σοφοκλή, μετά τον «Αίαντα» .




Πηγή: Wikipedia

Έργο

Η πρώτη του θεατρική εμφάνιση έγινε το 468 π.Χ. σε δραματικό αγώνα όπου αντιμετώπισε ο Σοφοκλής τον κατά 30 χρόνια μεγαλύτερό του τραγωδό Αισχύλο, τον οποίο ο Σοφοκλής εκτιμούσε και σεβόταν, και πήρε την πρώτη του νίκη. Εκτιμάται ότι παρουσίασε σε διαγωνισμούς περί τις 30 τετραλογίες, με περίπου 20 από τις οποίες απέσπασε την πρώτη θέση και σύμφωνα με μαρτυρίες, δεν πήρε ποτέ την τρίτη θέση σε διαγωνισμό. Πρέπει όμως να συνεκτιμηθεί ότι ο Σοφοκλής ήταν στους Αθηναίους πολύ δημοφιλής, λόγω και των πολιτικών και θρησκευτικών δραστηριοτήτων του, σε αντίθεση με τον νεότερο φίλο του, τον Ευριπίδη, ο οποίος ήταν μάλλον αντιπαθής λόγω του απομονωμένου τρόπου ζωής του.

Ο Σοφοκλής συνέγραψε 123 τραγωδίες, είναι όμως γνωστές κατ' όνομα οι 114, από τις οποίες έχουν διασωθεί μόνο 7 ολοκληρωμένες, ανάμεσά τους η Αντιγόνη (περί το 442) και Ηλέκτρα(περί το 413). Άλλα έργα του που έχουν διασωθεί είναι Τραχίνιαι, Οιδίπους Τύραννος, Αίας, Φιλοκτήτης, Οιδίπους επί Κολωνώ. Στο επίκεντρο των έργων τού Σοφοκλή βρίσκεται το άτομο, το οποίο έρχεται σε αναπόφευκτη, τραγική και ένοχη σύγκρουση με την τάξη που εκπροσωπούν οι θεοί. Αν και ιδιαίτερα ευσεβής στη ζωή του ο Σοφοκλής, πράγμα που επηρεάζει τα έργα του, δίνει μεγαλύτερο βάρος στην ανθρώπινη στάση έναντι αυτής των θεών, παρότι το πεπρωμένο των ανθρώπων είναι αναπόδραστα προδιαγεγραμμένο από τις βουλές των θεών, οι οποίες δεν είναι όμως πια αυθαίρετες και τυχαίες, όπως σε παλαιότερους τραγικούς, αλλά σκόπιμες και μελετημένες.

Από τα αποσπάσματα που έχουν σωθεί, σημαντικός είναι ένας πάπυρος που διασώζει μεγάλο τμήμα από το σατυρικό δράμα Ιχνευταί, το οποίο αναφέρεται στην ιστορία της κλοπής των βοδιών του Απόλλωνα από τον Ερμή. Άλλες τραγωδίες από τις οποίες έχουν σωθεί κάποια αποσπάσματα είναι ο Ευρύπυλος, η Νιόβη, οι Σκύριοι, η Πολυξένη, ο Θησέας, η Φαίδρα οι Λήμνιαι και ο Τηρεύς.




Πηγή: Wikipedia

                                                   Αντιγόνη (Σοφοκλέους)


Συγγραφέας

Ο Σοφοκλής (496 π.Χ.-406 π.Χ.) ήταν Έλληνας τραγικός ποιητής της κλασικής εποχής. Αυτός, ο Αισχύλος και ο Ευριπίδης είναι οι τρεις τραγικοί ποιητές των οποίων έχουν σωθεί ολοκληρωμένα έργα. Σύμφωνα με αρχαίες μαρτυρίες φαίνεται ότι έγραψε περίπου 120 έργα, από τα οποία παραδίδονται ολοκληρωμένες μόνο επτά τραγωδίες.

Βίος

Γεννήθηκε στον Ίππιο Κολωνό της Αθήνας. Ήταν γιος του Σοφίλλου, εύπορου Αθηναίου που είχε εργοστάσιο μαχαιροποιίας, διαπαιδαγωγήθηκε ανάλογα με την οικονομική του άνεση. Έλαβε επιμελημένη αγωγή και παιδεία. Διδάχθηκε μουσική από τον περίφημο μουσικοδιδάσκαλο Λάμπρο και ανέπτυξε αρμονικά τις σωματικές και ψυχικές του δυνάμεις. Δεκαπενταετής, ήταν ο κορυφαίος του χορού των εφήβων που πήρε μέρος στον εορτασμό της νίκης για τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Συνδέθηκε στενά με πολιτικές και πνευματικές προσωπικότητες της εποχής, όπως με τον Περικλή, τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και κατέλαβε διάφορα υψηλά αξιώματα στην πολιτική, στις θρησκευτικές λατρείες και στις τέχνες.

Τα έτη 443-442 π.Χ. ήταν ταμίας της αττικής ναυτικής συμμαχίας. Και από το 441 έως το 440 π.Χ. διοικούσε μαζί με τον Περικλή το στόλο στην επίθεση κατά της Σάμου, όπου εσφάγησαν όλοι οι άνδρες του νησιού. Το 428 ήταν πάλι στρατηγός με τον Θουκυδίδη και το 413 ήταν μέλος της ολιγαρχικής κυβέρνησης της Αθήνας. Είχε ένα γιο με τη Νικοστάτη, ο οποίος έγινε επίσης ποιητής, αλλά και ένα εξώγαμο γιο, που τον ονόμασαν κι αυτόν Σοφοκλή, ο οποίος απεδείχθη σημαντικότερος συγγραφέας από τον έτερο γιο του. Ο μεγάλος τραγικός ποιητής εισήγαγε στην Αθήνα τη λατρεία του Ασκληπιού και ήταν ένας από τους λόγους που τιμήθηκε μετά το θάνατό του ως ήρωας «Φιλαθηναίος».





Πηγή: Wikipedia

Υπόθεση έργου

Ο πρόλογος της τραγωδίας τοποθετείται χρονικά στο ξημέρωμα της ημέρας που ακολούθησε τη λύση της πολιορκίας. Ο Κρέοντας έχει ήδη δώσει την εντολή να μην ταφεί ο Πολυνείκης, ως προδότης, με την απειλή αυστηρής τιμωρίας (λιθοβολισμό) σε όποιον παραβεί τη διαταγή. Έξω από το ανάκτορο εμφανίζονται η Αντιγόνη και η αδερφή της η Ισμήνη. Η Αντιγόνη ανακοινώνει την απόφασή της να θάψει τον Πολυνείκη, σύμφωνα με τους θεϊκούς άγραφους νόμους που επιβάλλουν κανένα πτώμα να μην μένει άταφο, χωρίς νεκρικές τιμές. Η Ισμήνη αρνείται να συνεργαστεί, φοβούμενη τη δύναμη του Κρέοντα, και δεν καταφέρνει να αλλάξει τη γνώμη της Αντιγόνης. Μετά τη φορτισμένη συνομιλία τους ακολουθεί η πάροδος του Χορού, που αποτελείται από γέροντες της Θήβας. Η πάροδος θριαμβολογεί τη νίκη εναντίον των εχθρών. Στη συνέχεια καταφθάνει ο Κρέοντας και ανακοινώνει τις νέες αξίες σύμφωνα με τις οποίες προτίθεται να κυβερνήσει την πόλη, καθώς και την
απόφασή του για τη μη ταφή του Πολυνείκη. Στην επόμενη σκηνή μπαίνει αναπάντεχα ένας από τους φύλακες του άταφου πτώματος και ανακοινώνει ότι με άγνωστο τρόπο έγινε συμβολική ταφή του νεκρού, τον οποίο σκέπαζε τώρα λεπτή στρώση χώματος. Ο Κρέοντας διατάζει τον φύλακα να βρει τον παραβάτη και το επεισόδιο κλείνει με ένα χορικό που εξυμνεί την απεριόριστη δύναμη του ανθρώπου αλλά επισημαίνει την αδυναμία του απέναντι στις θεϊκές δυνάμεις και την αναπόφευκτη φύση του να δρα ενάντια στους νόμους θεών και ανθρώπων. Στο δεύτερο επεισόδιο, επανέρχεται στη σκηνή ο φύλακας οδηγώντας την Αντιγόνη, που συνελήφθη όταν επιχείρησε εκ νέου ταφή. Ακολουθεί έντονη αντιπαράθεση μεταξύ Αντιγόνης και Κρέοντα και στη συνέχεια έρχεται στη σκηνή και η Ισμήνη, που κατηγορείται από τον βασιλιά για συνεργασία στην ταφή. Αν και δεν είχε αναμιχθεί στην ταφή, η Ισμήνη δεν αποκρούει τις κατηγορίες και ο Κρέοντας αποφασίζει να τιμωρήσει και τις δύο. Στο δεύτερο στάσιμο ο Χορός θρηνεί τη μοίρα της οικογένειας των Λαβδακιδών, που οι κατάρες της πλήττουν τώρα και τα νεότερα μέλη της. Στο τρίτο επεισόδιο εμφανίζεται ο Αίμονας, γιος του Κρέοντα και αρραβωνιαστικός της Αντιγόνης, που στην αρχή προσπαθεί με σύνεση να μεταπείσει και έπειτα συγκρούεται με τον πατέρα του για το θέμα της ταφής και την τιμωρία της Αντιγόνης. Αδυνατώντας να αλλάξει γνώμη στον Κρέοντα, φεύγει από τη σκηνή αφήνοντας την απειλή στον πατέρα του πως δεν θα τον ξαναδεί. Με την παρότρυνση του Χορού ο Κρέοντας αποφασίζει να μην τιμωρηθεί η Ισμήνη και αλλάζει την τιμωρία για την Αντιγόνη να κλειστεί σε σπήλαιο, χωρίς τροφή και νερό, μέχρι να πεθάνει (και όχι να λιθοβολιστεί), ώστε να μην πέσει μίασμα την πόλη. Στο τρίτο στάσιμο ο Χορός εξυμνεί την παντοδυναμία του έρωτα μέσα στη τραγικότητα της σύγκρουσης του εθιμικού δικαίου με τον νόμο. Το τέταρτο επεισόδιο περιλαμβάνει τον θρήνο της Αντιγόνης καθώς οδηγείται στον τάφο / φυλακή της. Μέσα στον θρήνο της παραλληλίζει αυτό που της συμβαίνει με την τύχη μιας θεάς, πράγμα στο οποίο ο Χορός αντιδρά θυμίζοντάς της τα παραπτώματα των γονιών της, και στο σημείο αυτό η Αντιγόνη ξεσπά με βαθύ πόνο. Εκεί εμφανίζεται ο Κρέοντας με λόγια σκληρά και διαταγές να πάνε να την θάψουν ζωντανή, ενώ η Αντιγόνη συνεχίζει το μοιρολόι και απαντά στα σκληρά του λόγια και τελικά οδηγείται στη σπηλιά από τους φύλακες. Στο χορικό που ακολουθεί ο Χορός προσπαθεί μάταια να φέρει παραδείγματα ώστε να δείξει στον Κρέοντα πως δεν έχει πράξει σωστά, όμως ο Κρέοντας παραμένει ανένδοτος και αμίλητος. Στο πέμπτο επεισόδιο ο μάντης Τειρεσίας προειδοποιεί τον Κρέοντα ότι οι θεοί είναι οργισμένοι για την ασέβεια απέναντι στον νεκρό και δεν αποδέχονται τις θυσίες. Ο Κρέων τον κατηγορεί για χρηματισμό και του φέρεται με ασέβεια, αναγκάζοντάς τον να αποχωρήσει, όμως ο Τειρεσίας φεύγοντας κάνει προφητείες εναντίον του Κρέοντα, ο οποίος εύκολα πλέον πείθεται από τον Χορό να αλλάξει στάση και να αναιρέσει και τις δύο εντολές του. Στο πέμπτο στάσιμο ο Χορός κάνει αγωνιώδη επίκληση στον Βάκχο να συνδράμει για το καλό της πόλης. Στη συνέχεια φθάνει ένας αγγελιοφόρος που ανακοινώνει, πρώτα στον Χορό και έπειτα και με λεπτομέρειες στην Ευρυδίκη, σύζυγο του Κρέοντα, ότι ο Αίμονας αυτοκτόνησε. Εξιστορεί ότι χωρίς να γνωρίζει ο Αίμονας πως ο Κρέοντας είχε ανακαλέσει τις διαταγές του, πήγε στον τάφο / φυλακή της Αντιγόνης και τη βρήκε απαγχονισμένη. Όταν έφτασε εκεί ο Κρέοντας για να την αποφυλακίσει, έχοντας καθυστερήσει θάβοντας πρώτα τον νεκρό, ο Αίμονας του επιτέθηκε, αστόχησε και απελπισμένος αυτοκτόνησε. Η Ευρυδίκη φεύγει σιωπηλή και ακολούθως εμφανίζεται ο Κρέοντας κρατώντας τον νεκρό του γιο, θρηνώντας. Πάνω στον θρήνο του εμφανίζεται ο δεύτερος αγγελιοφόρος και του αναγγέλλει τον θάνατο της Ευρυδίκης που μόλις αυτοκτόνησε. Ο Κρέοντας συνθλίβεται εντελώς, παραδέχεται πως η αστοχασιά του έφερε όλο αυτό το κακό και αυτοεξορίζεται. Ο Χορός κλείνει την τραγωδία επαινώντας τη φρόνηση και κατακρίνοντας την αστοχασιά.







Πηγή: Wikipedia

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015



Πρόσωπα τραγωδίας


· Αντιγόνη

· Ισμήνη, αδελφή της Αντιγόνης

· Κρέοντας, βασιλιάς των Θηβών και θείος της Αντιγόνης

· Αίμονας, γιος του Κρέοντα και αρραβωνιαστικός της Αντιγόνης

· Τειρεσίας, μάντης

· Ευρυδίκη, σύζυγος του Κρέοντα

· Φρουρός

· Πρώτος αγγελιοφόρος (άγγελος)

· Δεύτερος αγγελιοφόρος (εξάγγελος)

· Χορός, 15 γέροντες των Θηβών





Πηγή: Wikipedia

Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015




Ο Χορός απαγγέλει τον Ύμνο του έρωτα

Έρως ανίκατε μάχαν, Έρως, ός εν κτήμασι πίπτεις, ός εν μαλακαίς παρειαίς νεάνιδος εννυχεύεις, φοιτάς δ’ υπερπόντιος εν τ’ αγρονόμοις αυλαίς· καί σ’ ούτ’ αθανάτων φύξιμος ουδείς ούθ’ αμερίων σέ γ’ ανθρώπων. Ο δ’ έχων μέμηνεν. Σύ καί δικαίων αδίκους φρένας παρασπάς επί λώβα, σύ καί τόδε νείκος ανδρών ξύναιμον έχεις ταράξας· νικά δ’ εναργής βλεφάρων ίμερος ευλέκτρου νύμφας, τών μεγάλων πάρεδρος εν αρχαίς θεσμών. Άμαχος γάρ εμπαίζει Θεός, Αφροδίτα. Νυν δ’ ήδη ‘γώ κ’ αυτός θεσμών έξω φέρομαι τά δ’ ορών ίσχειν δ’ ουκέτι πηγάς δύναμαι δάκρυ τόν παγκοίτην όθ’ ορώ θάλαμον την δ’ Αντιγόνην ανύτουσαν.

Μετάφραση στη δημοτική:


Έρωτα ανίκητε στη μάχη Έρωτα, ανίκητε σε κάθε μάχη, συ που κυριαρχείς όπου κι αν πατήσεις, συ που ξενυχτάς τα κορίτσια με τα τρυφερά μάγουλα, που δρασκελάς πάν’ από θάλασσες και τρυπώνεις στους κήπους, κανείς δε γλυτώνει από ‘σε, μήτε θεός μήτε θνητός. Όποιον αγγίξεις, τονε παλαβώνεις. Συ, άνθρωπο φρόνιμον εξωθείς στ’ άδικο και στο χαμό, συ π’ ανάβεις ταραχή κι αμάχη ανάμεσα σε γιο και πατέρα, νικά πόθος και λαχτάρα για τη γλυκομάτα νύφη, κόντρα σ’ όλους τους μεγάλους νόμους. Σαν ατάραχος Θεός τους περιγελάς, ω Αφροδίτη. Ήδη τώρα κι εγώ παρανομώ που δε μπορώ να κρατήσω τα δάκρυα, βλέποντας τη δύστυχη Αντιγόνη να τη σέρνουν άκαιρα στον τάφο που μέσα του μια μέρα όλοι θα μπούμε.

Πηγή: Μηχανή του Χρόνου

                                                                    
                                                            Η ταινία

H "Αντιγόνη" είναι βραβευμένη μαυρόασπρη ταινία του Γιώργου Τζαβέλλα παραγωγής 1961, βασισμένη στο ομώνυμο αρχαίο δράμα του Σοφοκλή, με πρωταγωνίστρια την Ειρήνη Παππά. Μία παραγωγή της Norma Film Productions, που, μέσα σε μια εποχή όπου όλα αμφισβητούνται και η κρίση διέπει τόσο οικονομία και πολιτική, όσο κοινωνία και αξίες, προσπαθεί να δείξει ένα διαφορετικό μονοπάτι, πιο δίκαιο και ηθικό, προβάλλοντας συνάμα την αξία της διαλλακτικότητας.

Υπόθεση

Η Αντιγόνη ζητάει από την αδελφή της Ισμήνη να θάψουν τον ετεροθαλή αδελφό τους (Πολυνείκη). Η Ισμήνη αρνείται να παραβεί την απόφαση του νέου ηγεμόνα των Θηβών και θείου τους Κρέοντα, όμως η Αντιγόνη έχει πάρει την απόφαση της. Μερικές ώρες αργότερα ένας από τους φύλακες που φρουρούσαν το άταφο πτώμα, ανακοινώνει με τρεμάμενη φωνή στον Κρέοντα, ότι κάποιος έκανε σπονδές στον νεκρό και τον κάλυψε με σκόνη. Ο Βασιλιάς οργισμένος τον διώχνει. Ο φύλακας επιστρέφει μετά από μερικές ώρες έχοντας μαζί του την Αντιγόνη. Θα καταφέρει μια γυναίκα να αμφισβητήσει τους ισχυρισμούς ενός άδικου κράτους;



Πηγή: Wikipedia

Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2015




Τζωρτζ Όργουελ
Έρικ Άρθουρ Μπλαιρ (Eric Arthur Blair, 25 Ιουνίου 1903 – 21 Ιανουαρίου 1950), γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμο Τζωρτζ Όργουελ, ήταν Βρετανός συγγραφέας και δημοσιογράφος. Το έργο του χαρακτηρίζεται από ξεκάθαρο πεζό λόγο, συνειδητότητα των κοινωνικών ανισοτήτων, αντίθεση στα ολοκληρωτικά καθεστώτα και αφοσίωση στο δημοκρατικό σοσιαλισμό. Συχνά ταξινομείται ως ένας από Άγγλους συγγραφείς του 20ου αιώνα με τη μεγαλύτερη επιρροή και ως ένας από τους πιο σημαντικούς χρονικογράφους της Αγγλικής κουλτούρας της γενιάς του.

Ο Όργουελ έγραψε κριτικές λογοτεχνίας, ποίηση, μυθιστορήματα και πολεμικές ανταποκρίσεις. Είναι διάσημος για το δυστοπικό μυθιστόρημα 1984 (1949) και την αλληγορική νουβέλα Η Φάρμα των Ζώων(1945).
 Το βιβλίο του Φόρος Τιμής στην Καταλωνία (1938), είναι μία καταγραφή των εμπειριών του από τον Ισπανικό Εμφύλιο και είναι ευρέως αναγνωρισμένο, όπως και τα πολυάριθμα δοκίμιά του πάνω σε θέματα πολιτικής, λογοτεχνίας, γλώσσας και πολιτιστικά.

Το 2008, οι Times, τον κατέταξαν ως δεύτερο στη λίστα με τους "50 κορυφαίους Βρετανούς συγγραφείς από το 1945".Το έργο του Όργουελ συνεχίζει να επηρεάζει τη μαζική και πολιτική κουλτούρα και ο όρος Οργουελικός, περιγραφικός ολοκληρωτικών και απολυταρχικών πρακτικών, εντάχθηκε στο λεξιλόγιο μαζί με αρκετούς από τους νεολογισμούς του, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων: ψυχρός πόλεμος, Μεγάλος Αδελφός, Αστυνομία Σκέψης, Δωμάτιο 101, διπλή σκέψη και έγκλημα σκέψης.
 

Ο Τζωρτζ Όργουελ γεννήθηκε στο Μοτιάρι της Βρετανοκρατούμενης Ινδίας το 1903, γιος κατώτερου διοικητικού υπαλλήλου. Η οικογένειά του επέστρεψε στην Αγγλία το 1911. Ο παππούς του,
 Τόμας Ρίτσαρντ Άρθουρ Μπλαιρ,  ήταν κληρικός.Ο πατέρας του, Ρίτσαρντ Γουόλμσλεϊ Μπλαιρ, εργάστηκε στην Ινδική Δημόσια Υπηρεσία, στο Τμήμα Οπίου.Η μητέρα του, Άιντα Μέιμπλ Μπλαιρ,μεγάλωσε στο Μουλμέϊν της Βιρμανίας.Ο Έρικ είχε δύο αδελφές, την Μάρτζορι, 5 ετών μεγαλύτερή του και την Αβρίλ, 5 ετών μικρότερή του. Όταν ήταν ενός έτους, η μητέρα του, τον πήγε μαζί με τη μεγαλύτερη αδερφή του στην Αγγλία. Το σπίτι των προγόνων του στο Μοτιάρι της Ινδίας έχει ανακηρυχθεί προστατευόμενο μνημείο ιστορικής σημασίας. Όταν έγινε 5 ετών, ο Έρικ εστάλη μαθητής στο σχολείο της γυναικείας μονής του Χένλι-ον-Τεμζ, όπου φοιτούσε και η αδερφή του Μάρτζορι. Επρόκειτο για μία Ρωμαιοκαθολική μονή που λειτουργούσαν Γαλλίδες Ουρσουλίνες μοναχές, που είχαν εξοριστεί από τη Γαλλία, αφότου είχε απαγορευτεί η θρησκευτική εκπαίδευση το 1903. Η μητέρα του ήθελε να λάβει μόρφωση σε ιδιωτικό σχολείο, αλλά δεν μπορούσαν να πληρώσουν τα δίδακτρα και χρειαζόταν να κερδίσει υποτροφία. Ο αδερφός της Άιντα Μπλαιρ, Κάρολος Λιμουζίν, συνέστησε το σχολείο του Αγίου Κυπριανού, στο Ήστμπορν, στο Ανατολικό Σάσσεξ. Ο Λιμουζίν, που ήταν επαγγελματίας παίκτης του γκολφ, γνώριζε τόσο το σχολείο όσο και το διευθυντή του, μέσω της Βασιλικής Λέσχης Γκολφ του Ήστμπορν, όπου είχε κερδίσει αρκετές διοργανώσεις, το 1903 και το 1904. O διευθυντής ανάλαβε να βοηθήσει τον Μπλαιρ να κερδίσει την υποτροφία και σύναψε μία ιδιωτική οικονομική συμφωνία με τους γονείς του για να πληρώσουν μόνο τα μισά δίδακτρα. Το Σεπτέμβριο του 1911 ο Έρικ εγγράφηκε στο σχολείο του Αγίου Κυπριανού, όπου παρακολουθούσε μαθήματα για τα επόμενα πέντε χρόνια, επιστρέφοντας στο σπίτι μόνο κατά τις διακοπές. Δε γνώριζε τίποτε για τα μειωμένα δίδακτρα αν και αντελήφθη ότι προερχόταν από φτωχή οικογένεια. Ο Μπλαιρ μισούσε το σχολείο και πολλά χρόνια αργότερα έγραψε το δοκίμιο "Such, Such Were the Joys", που εκδόθηκε μετά θάνατον, με θέμα τα χρόνια του εκεί. Στου Αγ. Κυπριανού όμως ο Μπλαιρ συνάντησε και τον Κύριλος Κόννολλυ, που αργότερα έγινε αξιοσημείωτος συγγραφέας και ως εκδότης του Ορίζοντα, δημοσίευσε πολλά από τα δοκίμια του Όργουελ. Οι ακαδημαϊκές επιδόσεις του Μπλαιρ υποδηλώνουν ότι αμελούσε τις σπουδές του. Οι γονείς του δεν είχαν τους οικονομικούς πόρους να τον στείλουν στο πανεπιστήμιο, χωρίς άλλη υποτροφία, συμπεραίνοντας από τις φτωχές του επιδόσεις, ότι δε θα μπορούσε να κερδίσει μία ακόμη. Ο Ράνσιμαν επεσήμανε τη ρομαντική αντίληψη που έτρεφε για την Ανατολή και η οικογένειά του αποφάσισε ότι ο Μπλαιρ θα έπρεπε να καταταγεί στην Αυτοκρατορική Αστυνομία, πρόδρομο της Ινδικής Αστυνομίας. Για αυτό έπρεπε να δώσει εισαγωγικές εξετάσεις. Εκείνη την περίοδο ο πατέρας του είχε αποσυρθεί στο Σάουθγουολντ του Σάφολκ. Ο Μπλαιρ γράφτηκε σε προπαρασκευαστικό σχολείο στο Κρέγκχερστ και «ξεσκόνισε» τους κλασσικούς, τα Αγγλικά και την Ιστορία. Ο Μπλαιρ πέρασε στις εξετάσεις, ερχόμενος 7ος ανάμεσα σε 29 επιτυχόντες. 
Αστυνομικός στη Μπούρμα :
Η γιαγιά του Μπλαιρ, από τη μεριά της μητέρας του ζούσε στο Μοτ Μαλέμ, οπότε ο ίδιος επέλεξε να τοποθετηθεί στη Μπούρμα. Το 1922, επιβαίνοντας στο S.S. Herefordshire, έπλευσε μέσω της Διώρυγας του Σουέζ και της Κεϋλάνης προς την Μπούρμα για να ενταχθεί στην Ινδική Αυτοκρατορική Αστυνομία.Το 1922 διορίστηκε αξιωματούχος στην αστυνομία της Βιρμανίας, απ' όπου παραιτήθηκε έξι χρόνια μετά, αμφισβητώντας το ρόλο του στην αποικιακή διοίκηση, την οποία οι ντόπιοι δεν αποδέχτηκαν ποτέ. 'Ενα μήνα αργότερα, έφτασε στο Ραγκούν και ταξίδεψε στην Αστυνομική σχολή στο Μάνταλεϊ. Μετά από μία σύντομη θητεία στο Μαίμιο, έναν βασικό σταθμό στους λόφους της Βιρμανίας, τοποθετήθηκε στο μεθοριακό φυλάκιο της Myaungmya στο δέλτα του ποταμού Irrawaddy στις αρχές του 1924.Δουλεύοντας ως αυτοκρατορικός αστυνομικός έγινε ιδιαίτερα υπεύθυνος, ενώ οι περισσότεροι από τους συνομήλικούς του ήταν ακόμα στο πανεπιστήμιο στην Αγγλία. Όταν τοποθετήθηκε ανατολικότερα στο Δέλτα του Τουάντε ως υπο-περιφερειακός αξιωματικός, ήταν υπεύθυνος για την ασφάλεια περίπου 200.000 ανθρώπων. Στο τέλος του 1924, πήρε προαγωγή ως βοήθος επιθεωρητή περιφέρειας και τοποθετήθηκε στο Syriam κοντά στο Ρανγκούν. Στο Syriam βρισκόταν το διυλιστήριο της εταιρίας Πετρελαίου της Μπούρμα. Όμως η πόλη ήταν κοντά στο Ρανγκούν, ένα κοσμοπολίτικο λιμάνι και ο Μπλαιρ πήγαινε στην πόλη όσο πιο συχνά μπορούσε, "για να ξεφυλλίσει βιβλία στο βιβλιοπωλείο, να φάει καλομαγειρεμένο φαγητό και να ξεφύγει απο την βαρετή ρουτίνα της αστυνομικής ζώης". Τον Σεπτέμβριο του 1925 πήγε στο Insein, την έδρα της φυλακής του Insein και τη δεύτερη μεγαλύτερη φυλακή της Βιρμανίας. Εκεί, έκανε μεγάλες συζητήσεις για κάθε πιθανό θέμα με την Elisa Maria Langford-Rae (που αργότερα παντρεύτηκε τον Kazi Lhendup Dorjee). Αυτή εντόπισε πάνω του την "αισθηση της απόλυτης εντιμότητας στις παραμικρές λεπτομέρειες."Τον Απρίλιο του 1926 μετακόμησε στο Μουλμέιν, όπου ζούσε η γιαγιά του (από την πλευρά της μητέρας του). Στο τέλος του ίδιου έτους, τοποθετήθηκε στην Κάθα, στην Άνω Βιρμανία, όπου προσβλήθηκε από δάγκειο πυρετό το 1927. Του επιτράπηκε να λάβει αναρρωτική άδεια στην Αγγλία εκείνη την χρονιά, όπου και έμεινε τον Ιούλιο λόγω της ασθένειάς του. Σε αυτό το διάστημα τον Σεπτέμβριο του 1927 ενώ έκανε διακοπές μαζί με την οικογένεια του στην Κορνουάλη, επανεκτίμησε τη ζωή του. Αποφασίζει να μην επιστρέψει στη Βιρμινία, να παραιτηθεί απο την Ινδική Αυτοκρατορική Αστυνομία και να γίνει συγγραφέας. Άντλησε από τις εμπειρίες του ως αστυνομικός στη Βιρμανία για το μυθιστόρημα Μέρες της Μπούρμα (1934) και για τα δοκίμια "Η Κρεμάλα" (1931) και "Πυροβολώντας έναν ελέφαντα" (1936).Στην Μπούρμα, ο Μπλαιρ απέκτησε τη φήμη του παρία. Περνούσε πολύ χρόνο μονάχος του, διαβάζοντας ή αναζητώντας δραστηριότητες, όπως εκκλησίασμα στην εθνοτική κοινότητα των Κάρεν. Ένας συνάδελφός του, ο Ρότζερ Μπήντον, θυμόταν (σε εκπομπή του BBC το 1969), ότι «ο Μπλαιρ μάθαινε γρήγορα την τοπική γλώσσα και πριν φύγει από τη Βιρμανία, μπορούσε να μιλήσει με Βιρμανούς ιερείς σε άπταιστα Βιρμανικά.
Λονδίνο και Παρίσι:
Έκτοτε έζησε για καιρό φτωχική ζωή στο Παρίσι και το Λονδίνο, αλλάζοντας περιστασιακά επαγγέλματα και συναναστρεφόμενος με περιθωριακούς. Επρόκειτο για μια συνειδητή από μέρους του απόρριψη του αστικού τρόπου ζωής, που συνοδεύτηκε από την πολιτική του ωρίμανση. Ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του αναρχικό.Στην Αγγλία εγκαταστάθηκε στο σπίτι της οικογένειας στο Σάουθγουολντ. Εκεί συνάντησε και τους παλιούς τους φίλους. Επίσης επισκέφτηκε τον παλιό του δάσκαλο, Gow, στο Κέμπριτζ, ώστε να του ζητήσει συμβουλές για το πώς να γίνει συγγραφέας.Αρχές φθινοπώρου, του 1927, μετακόμισε στο Λονδίνο. Ο Ρουθ Πίτερ, ένας οικογενειακός φίλος, τον βοήθησε να βρει κατάλυμα. Μέχρι το τέλος του 1927 εγκαταστάθηκε στην οδό Πορτομπέλλο[27]. Μάλιστα, σε αυτό το μέρος σήμερα βρίσκεται μια πινακίδα όπου τιμά την παρουσία του εκεί. Η συμμετοχή του Πίτερ στο κίνημα θα τον βοηθούσε να ανέβει στην εκτίμηση της κυρίας Μπλαιρ. Ο Πίτερ συμπαθούσε το γράψιμο του Μπλαιρ, εντόπιζε αδυναμίες στην ποίησή του και τον συμβούλευε να γράψει για όσα ήξερε. Τα βιβλία του Οι αλήτες του Παρισιού και του Λονδίνου (1933), Μέρες της Μπούρμα (1934), Η κόρη του παπά (1935) και Ο δρόμος προς την αποβάθρα του Γουίγκαν (1937), δίνουν το χρονικό της περιόδου αυτής και καταγράφουν την εξέλιξη των ιδεών του.

Ισπανικός Εμφύλιος :  Από τις κορυφαίες στιγμές της ζωής του ήταν η συμμετοχή του στον ισπανικό Εμφύλιο. Στρατευμένος αρχικά στη δημοκρατική πολιτοφυλακή, πολέμησε και τραυματίστηκε, για να συγκρουστεί αργότερα και με τους κομμουνιστές. Στο βιβλίο του Πεθαίνοντας στην Καταλωνία (1938) αποτύπωσε μοναδικά τις εμπειρίες και τη δράση του.
Β' Παγκόσμιος Πόλεμος :  Με την έκρηξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου τοποθετήθηκε διευθυντής της Ινδικής Υπηρεσίας του BBC, απ' όπου αποχώρησε το 1943. Ως λογοτεχνικός συντάκτης, εν συνεχεία, στην εφημερίδα Tribune, διαμόρφωσε πολιτικές θέσεις με σοσιαλιστική κατεύθυνση, διαφοροποιημένος ωστόσο από την επίσημη γραμμή των Εργατικών. Στην περίοδο αυτή ανήκουν μερικά από τα καλύτερα δοκίμιά του.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έγραψε τα δύο βιβλία που του χάρισαν τη μεγάλη του φήμη. Το 1944 ολοκλήρωσε τη Φάρμα των Ζώων, πολιτική αλληγορία εμπνευσμένη από τη Ρωσική Επανάσταση και τη σταλινική περίοδο της ΕΣΣΔ. Το βιβλίο τον έκανε πλούσιο και διάσημο. Το 1949 κυκλοφόρησε το τελευταίο του έργο, το περίφημο 1984, κορυφαία ίσως στιγμή του συγγραφέα και πολιτικού στοχαστή. Με τη δράση τοποθετημένη στο μελλοντικό τότε έτος 1984, σκιαγραφεί αριστουργηματικά όσο και εφιαλτικά το ολοκληρωτικό αστυνομικό κράτος, όπου τα πάντα εξελίσσονται υπό την παρακολούθηση του Μεγάλου Αδελφού. Ο αντικομμουνισμός του Όργουελ έφτασε σε τέτοιο σημείο όπου το 1949 παρέδωσε 38 ονόματα συμπαθούντων την Αριστερά στην Βρετανική κυβέρνηση όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν και άλλοι. To 1950, λίγο πριν τον θάνατό του, μακριά από το αγαπημένο του νησί Τζούρα, ο Βρετανός λογοτέχνης απαγόρευσε ρητά τη συγγραφή της βιογραφίας του, κάτι που τελικά δεν τηρήθηκε από τους πολυάριθμους βιογράφους του. Ο Τζωρτζ Όργουελ πέθανε τον Ιανουάριο του 1950 σε νοσοκομείο του Λονδίνου, σε ηλικία των 47 ετών.
 By Wikipedia