Σάββατο 28 Μαρτίου 2015


                                             Οι Άθλιοι (Βίκτωρος Ουγκώ)

Συγγραφέας

Ο Βίκτωρ Ουγκώ (γαλλικά: Victor Marie Vicomte Hugo) (26 Φεβρουαρίου 180222 Μαΐου 1885) ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος, ποιητής και δραματουργός, ο πλέον σημαντικός και προβεβλημένος εκπρόσωπος του κινήματος του γαλλικού ρομαντισμού.

Από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του αντιλήφθηκε το λογοτεχνικό του ταλέντο και ξεκίνησε τις μεταφράσεις έργων από τα λατινικά καθώς και δικές του πρωτότυπες ποιητικές εργασίες. Η αξία του αναγνωρίστηκε σύντομα μέσα στο γαλλικό ακαδημαϊκό κύκλο αλλά και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Ταυτόχρονα ασχολήθηκε με την πολιτική μεταλλασσόμενος βαθμιαία από φιλομοναρχικό συντηρητικό σε ριζοσπάστη δημοκρατικό. Την τελευταία περίοδο της ζωής του γνώρισε τη λατρεία του γαλλικού έθνους, ταυτιζόμενος με την ίδια τη Γαλλία, όπως ο ίδιος έλεγε στο ποίημά του Lettre à une femme (Γράμμα σε μία γυναίκα): "Je ne sais plus mon nom, je m'appelle Patrie!" (Δε γνωρίζω πλέον το όνομά μου, ονομάζομαι Πατρίς). Προ πάντων, όμως, ήταν ο ποιητής του νέου κόσμου, ο προφητικός, παραισθησιακός φιλόσοφος και μυθοπλάστης μιας ριζικά νέας εποχής.




Πηγή: Wikipedia

Μυθιστοριογραφία

Συνολικά ο Ουγκώ συνέγραψε εννέα μυθιστορήματα, από τα οποία το πρώτο σε ηλικία δεκαέξι ετών και το τελευταίο εβδομήντα δύο. Το μυθιστόρημα καλύπτει όλες τις περιόδους της ζωής του συγγραφέα, όλες τις μορφές και τα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής του δίχως ποτέ να ταυτίζεται απόλυτα με κανένα.

Η πορεία του ως μυθιστοριογράφου χωρίζεται σε δύο περιόδους με κομβικό σημείο την εξορία του από τη Γαλλία. Η περίοδος πριν την εξορία έχει σχεδόν πειραματικό χαρακτήρα περιέχοντας πέντε μυθιστορήματα με ποικίλη έκταση και διαφορετική έμπνευση. Κορυφαίο δημιούργημα αυτής της πειραματικής φάσης είναι Η Παναγία των Παρισίων, ένα ιστορικό μυθιστόρημα τοποθετημένο στα 1482 με πρωταγωνιστή το δύσμορφο κωδωνοκρούστη του ναού, Κουασιμόδο, που αποτελεί προσωποποίηση του μεσαιωνικού πνεύματος.

Την περίοδο της εξορίας του και της επακόλουθης επιστροφής του στη Γαλλία ανακαλύπτει τον πραγματικό μυθιστορηματικό του δρόμο συγγράφοντας το πλουσιότερο και διασημότερο μέρος του έργου του. Η μυθιστορηματική του φόρμα βασίζεται στην εξιστόρηση μίας απλής ανθρώπινης ιστορίας, στην οποία παρεμβάλλονται μεγάλες περιγραφές και προσωπογραφίες καθώς και παρεκβάσεις σχετικές με τα αιώνια ανθρώπινα προβλήματα και αναζητήσεις.

Το θεωρούμενο ως αριστούργημά του, Οι Άθλιοι, ακολουθεί ακριβώς αυτή τη διηγηματική μορφή συνδυάζοντας τον έρωτα, την καταδίωξη και την αθλιότητα των ανθρωπίνων πλασμάτων με την εξιστόρηση κορυφαίων ιστορικών στιγμών.



Πηγή: Wikipedia





Δραματουργία

Στη θεατρική του γραφή ο Ουγκώ αντιτάχθηκε στις φόρμες του κλασικού δράματος όπως το μέτρο, η επιλογή συγκεκριμένων θεμάτων, οι περιορισμοί στη χρήση λέξεων, εισάγοντας πρώτος στη γαλλική θεατρική παραγωγή το ρομαντικό ύφος γραφής.

Στα εικοσιέξι του χρόνια, συγγράφοντας τον Πρόλογο του Κρόμγουελ, γίνεται ο γεννήτορας ενός νέου θεατρικού είδους, του ρομαντικού δράματος. Σε αυτό το κείμενο ο νεαρός συγγραφέας αμφισβητεί το παραδοσιακό θεατρικό είδος και εισάγει στη σκηνή τη ρομαντική θεματολογία. Εντούτοις το ίδιο το έργο θεωρήθηκε αντιθεατρικό και αδύνατο να ανέβει στη σκηνή λόγω της έκτασής του και των πολλών χαρακτήρων του.

Χάρη στον Ερνάνη, όμως, το 1830 ο Ουγκώ καταφέρνει να καταξιωθεί ως θεατρικός συγγραφέας. Στην πορεία του θα συναντήσει μεγάλες επιτυχίες, όπως η παράσταση του έργου του Λουκρητία Βοργία αλλά και αποτυχίες, με το ανέβασμα π.χ. του Ο Βασιλιάς Διασκεδάζει, προτού αποφασίσουν μαζί με τον Αλέξανδρο Δουμά να ιδρύσουν ένα χώρο αποκλειστικά αφιερωμένο στο ρομαντικό θέατρο. Αυτός θα είναι το Théâtre de la Renaissance, που θα εγκαινιάσει τη σκηνή του με το έργο Ρουί Μπλας.



Πηγή: Wikipedia

                                                                Έργο

Ποιητική

Ο Ουγκώ επαλήθευσε την πρόβλεψη του Σατωβριάνδου και έγινε μία από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές φυσιογνωμίες της Γαλλίας. Ο Ουγκώ θεωρείται ένας από τους ηγέτες της ρομαντικής κίνησης στη γαλλική λογοτεχνία καθώς επίσης και ένας από τους πλέον παραγωγικούς και πολύπλευρους συγγραφείς της. Αν και εκτός Γαλλίας είναι γνωστός κυρίως για τα μυθιστορήματα Η Παναγία των Παρισίων και Οι Άθλιοι, στη χώρα του διακρίνεται πρώτιστα για τη συνεισφορά του ως ρομαντικός ποιητής.

Ο στίχος του Ουγκώ έχει συγκριθεί με τα έργα του Σαίξπηρ, του Δάντη και του Ομήρου και έχει επηρεάσει διαμετρικά αντίθετους ποιητές όπως ο Κάρολος Μπωντλαίρ, ο Άλφρεντ Λορντ Τέννυσον και ο Ουόλτ Ουίτμαν. Η τεχνική δεξιοτεχνία του Ουγκώ, ο υφολογικός πειραματισμός, η ραγδαία κλιμάκωση των συναισθημάτων, η ποικιλία και η καθολικότητα των θεμάτων του όχι μόνο τον καθιέρωσαν ως ηγέτη της γαλλικής ρομαντικής σχολής αλλά και ως προπομπό της σύγχρονης ποίησης.

Ο Ουγκώ έφερε μια νέα αίσθηση της ομορφιάς των λέξεων, επέκτεινε τους λυρικούς πόρους του γαλλικού στίχου και ενδυνάμωσε τον αλεξανδρινό στίχο με εντυπωσιακά μετρικά διασκελίσματα και τοποθετήσεις της τομής του στίχου. Η παραγωγή του ήταν απέραντη και η ποικιλομορφία της ακόμα καταπλήσσει. Ακόμα έσπασε την παράδοση, όπου η ποιητική γλώσσα θεωρούνταν ως μια εξειδικευμένη μορφή γλώσσας μεταξύ των διάφορων άλλων τεχνικών γλωσσών. Η ποίηση ήταν, για αυτόν, τόσο ελεύθερη και κυρίαρχη όσο οι ίδιοι οι άνθρωποι.



Πηγή: Wikipedia

Ο Βίκτωρ Ουγκώ και η Ελλάδα

Ο Βίκτωρ Ουγκώ αναφορικά με το ελληνικό ζήτημα υπήρξε από τους πλέον όψιμους Ευρωπαίους διανοούμενους, που έλαβαν φιλελληνική στάση. Παρότι, όμως, εισέρχεται αργά στον κύκλο των φιλελλήνων παραμένει ο συνεπέστερος των υποστηρικτών του νεότευκτου ελληνικού κράτους.

Οι πρώτες του ποιητικές αναφορές σχετικά με τον αγώνα των Ελλήνων εμφανίζονται το 1826 με τη δημοσίευση στο γαλλικό Τύπο του ποιήματος Τα Κεφάλια του Σαραγιού (Les têtes du serail), εμπνευσμένου από την Έξοδο του Μεσολογγίου, όπου εμφανίζονται μεταξύ των 6000 κεφαλών, που είχαν αποσταλεί στο σαράγι να συνομιλούν μεταξύ τους τα τρία κεφάλια του Μάρκου Μπότσαρη, τουΕπισκόπου Ρωγών Ιωσήφ και του Κωνσταντίνου Κανάρη. Το 1827 συνθέτει τα ποιήματα Ναβαρίνο (Navarin) και Ενθουσιασμός(Enthousiasme) και την επόμενη χρονιά τα Κανάρης (Canaris), Λαζάρα (Lazzara) καθώς και το περίφημο Ελληνόπουλο (L' enfant). Όλα τα παραπάνω ποιήματα περιελήφθησαν στη συλλογή Τα Ανατολίτικα.

Στα 1829 ο κορυφαίος των Ελλήνων διαφωτιστών Αδαμάντιος Κοραής δηλώνει την αντίθεσή του προς το ρομαντικό κίνημα, του οποίου αρχηγέτης είναι ο Ουγκώ. Παρά ταύτα στην Αθήνα τα μέλη του λογοτεχνικού ρεύματος της Αθηναϊκής Σχολής στρέφονται προς το ρομαντισμό. Ο Νικόλαος Σούτσος είναι ο πρώτος που μεταφράζει ποιήματα του Ουγκώ στα 1842.

Κατά τη δεκαετία του 1850 πραγματοποιούνται αρκετές μεταφράσεις θεατρικών έργων του στην ελληνική αρχής γενομένης με τοAngelo, tyran de Padoue, και μέσω αυτών καθίσταται γνωστός στο ελληνικό κοινό κυρίως ως δραματικός συγγραφέας. Στα 1862 έρχεται η μετάφραση των Αθλίων από τον Ιωάννη Ισιδωρίδη - Σκυλίτση σχεδόν αμέσως μετά την κυκλοφορία τους στα γαλλικά. Το μυθιστόρημα ενθουσίασε τους Έλληνες αναγνώστες και επηρέασε πολλούς εγχώριους λογοτέχνες.

Το ενδιαφέρον του Ουγκώ για την ελεύθερη πλέον Ελλάδα φάνηκε ιδιαίτερα σε σχέση με το κρητικό ζήτημα. Το διάστημα της Κρητικής Επανάστασης του 1866 – 1869 δημοσιεύει τρεις επιστολές υπέρ των Κρητών στον ευρωπαϊκό τύπο το Δεκέμβριο του 1866, το Φεβρουάριο του 1867 και το Φεβρουάριο του 1869, παρά το γενικότερο αρνητικό για τα ελληνικά ζητήματα κλίμα της εποχής. Εκτός της συμπαράστασης προς τους Κρήτες έδειξε ενδιαφέρον και για την αρπαγή των μαρμάρων του Παρθενώνακατηγορώντας τον Έλγιν για αυτή του την πράξη, στη βάση της αντίληψής του ότι η πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού δεν πρέπει να γίνεται κτήμα ενός άλλου.

Ο θάνατός του, τέλος, είχε μεγάλο αντίκτυπο στην Ελλάδα και στο σύνολό του σχεδόν ο ελληνικός Τύπος κάλυψε το γεγονός της απώλειας του διακεκριμένου φιλέλληνα συγγραφέα. Μάλιστα πραγματοποιήθηκαν τελετές προκειμένου να τιμηθεί ο μεγάλος νεκρός αντίστοιχες με αυτές, που έλαβαν χώρα στη Γαλλία.





Πηγή: Wikipedia

Ρομαντισμός


O Ρομαντισμός αποτελεί καλλιτεχνικό κίνημα που αναπτύχθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα στη Δυτική Ευρώπη. Αναπτύχθηκε αρχικά στη Μεγάλη Βρετανία και τη Γερμανία, για να εξαπλωθεί αργότερα κυρίως στη Γαλλία και την Ισπανία. Καταρχάς αποτέλεσε λογοτεχνικό ρεύμα, ωστόσο επεκτάθηκε τόσο στις εικαστικές τέχνες όσο και στη μουσική.


Ακολούθησε ιστορικά την περίοδο του διαφωτισμού και αντιτάχθηκε στην αριστοκρατία της εποχής. Συνδέθηκε μάλιστα ισχυρά, με τις ιδέες του Ζαν Ζακ Ρουσσώ. Κύριο χαρακτηριστικό του ρομαντισμού αποτελεί η έμφαση στην πρόκληση ισχυρής συγκίνησης μέσω της τέχνης καθώς και η μεγαλύτερη ελευθερία στη φόρμα, σε σχέση με τις περισσότερο κλασικές αντιλήψεις. Στον ρομαντισμό, κυρίαρχο στοιχείο είναι το συναίσθημα αντί της λογικής.



Πηγή: Wikipedia

Ο Ρομαντισμός στη Λογοτεχνία

Αγγλία

Αν και στη λογοτεχνία τα ρομαντικά στοιχεία ήταν γνωστά πολύ νωρίτερα, πολλοί κριτικοί χρονολογούν σήμερα τον αγγλικό λογοτεχνικό ρομαντισμό από τη δημοσίευση των λυρικών έργων του Γουίλιαμ Γουόρντσγουορθ (William Wordsworth) και του έργου Λυρικές Μπαλάντες του Σάμουελ Τέηλορ Κόλριτζ (1798). Ο Wordsworth σημειώνει στην εισαγωγή του, ότι η ποίηση προκύπτει από
«την αυθόρμητη υπερχείλιση των ισχυρών συναισθημάτων». Από την άλλη πλευρά ο Κόλριτζ υπογράμμισε τη σημασία της φαντασίας του ποιητή και απέρριψε την εμμονή στους αυθαίρετους λογοτεχνικούς κανόνες της εποχής. Εκπρόσωποι του αγγλικού ρομαντισμού στην ποίηση είναι επίσης ο Λόρδος Βύρων, ο Πέρσι Σέλεϊ, ο Ρόμπερτ Μπερνς καθώς και ο Τζον Κητς (John Keats). Το ενδιαφέρον των ρομαντικών για τη μεσαιωνική περίοδο ως εποχή μυστηρίου και περιπέτειας καταδεικνύεται στα γοτθικά και ιστορικά μυθιστορήματα του Σερ Γουόλτερ Σκοτ. Ο αγγλικός ρομαντισμός στη λογοτεχνία περιλαμβάνει επιπλέον την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Ουίλλιαμ Μπλέηκ, ο οποίος ωστόσο δεν μπορεί εύκολα να συνδεθεί απόλυτα με τους υπόλοιπους ρομαντικούς λογοτέχνες. Τα ποιήματα και τα έργα ζωγραφικής του έχουν έντονα συμβολικό χαρακτήρα και εστιάζουν στην πνευματική πραγματικότητα που κρύβεται κάτω από τη φυσική πραγματικότητα.

Γερμανία

Στη Γερμανία, η λογοτεχνική σχολή Sturm und Drang (ακριβής μφ. Καταιγίδα και ορμή), προετοίμασε το έδαφος για τον ρομαντισμό. Ο Φρήντριχ Σλέγκελ (Friedrich Schlegel), Γερμανός φιλόσοφος, συγγραφέας και από τους ιδρυτές του γερμανικού ρομαντισμού. χρησιμοποίησε τον όρο ρομαντισμός για να περιγράψει μια τάση στη λογοτεχνία που θα λειτουργούσε ως ο αντίθετος πόλος του κλασσικισμού. Επιπλέον, προσπάθησε να ενσωματώσει τις φιλοσοφικές ιδέες του Ιμμάνουελ Καντστο ρομαντικό ιδεώδες. Άλλοι σημαντικοί εκπρόσωποι του ρομαντισμού στη γερμανική λογοτεχνία είναι Φρήντριχ Χαίλντερλιν, ο Φρήντριχ Σίλερ και ο Γκαίτε.

Γαλλία

Σημαντικότερη μορφή του γαλλικού ρομαντισμού υπήρξε ο Βίκτωρ Ουγκό, ο οποίος στην εισαγωγή των έργων του Cromwell (1828) και Hernani (1830) διακήρυξε την ελευθερία του καλλιτέχνη στην επιλογή του θέματός του αλλά και στον τρόπο με τον οποίο θα το αντιμετωπίσει. Βασικοί εκπρόσωποι θεωρούνται ακόμα οιΣατωμπριάν, Αλέξανδρος Δουμάς, Αλφόνς ντε Λαμαρτίν, Αλφρέ ντε Βινύ (Alfred de Vigny) και Αλφρέ ντε Μυσσέ (Alfred de Musset).




Πηγή: Wikipedia




Εισαγωγή

Οι Άθλιοι (Les Misérables) (1862) είναι μυθιστόρημα του Γάλλου συγγραφέα Βίκτορος Ουγκώ και αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα μυθιστορήματα του δεκάτου ενάτου αιώνα. Ασχολείται με τις ζωές αρκετών Γάλλων χαρακτήρων, οι οποίες αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, για μια περίοδο άνω των είκοσι ετών στις αρχές του δεκάτου ενάτου αιώνα. Η περίοδος αυτή περιλαμβάνει τους
ναπολεόντειους πολέμους και τις δεκαετίες που ακολούθησαν. Το έργο εστιάζει στις προσπάθειες του πρωταγωνιστή Γιάννη Αγιάννη, ενός πρώην καταδίκου, ο οποίος προσπαθεί να επανεντάξει τον εαυτό του στην κοινωνία, και επιπλέον μελετά την επίδραση των πράξεων του ήρωα για χάρη της κοινωνικής αναγνώρισης. Στο μυθιστόρημα εξετάζεται η φύση του καλού και του κακού και ο νόμος σε μία εκτεταμένη ιστορία, που περιλαμβάνει θέματα όπως την ιστορία της Γαλλίας, την αρχιτεκτονική του Παρισιού, την πολιτική, την ηθική φιλοσοφία, το νόμο, τη θρησκεία και τα είδη και τη φύση του έρωτα και της οικογενειακής αγάπης. Ο Ουγκώ εμπνεύστηκε από το υπαρκτό πρόσωπο Φρανσουά Ευγένιο Βιντόσκ, ο οποίος κατείχε την ιδιότητα τόσο του αστυνομικού, όσο και του εγκληματία. Στο μυθιστόρημα κάθε μία από τις δύο αυτές ιδιότητες αποδόθηκε σε ξεχωριστά πρόσωπα. Οι Άθλιοι είναι γνωστοί στο ευρύ κοινό κυρίως μέσω της πληθώρας των θεατρικών και κινηματογραφικών τους μεταφορών, με διασημότερη το ομώνυμο μιούζικαλ, το οποίο είναι ευρέως γνωστό ως «Λε Μιζ» (Les Miz).

Οι Άθλιοι περιλαμβάνουν μία σειρά ιστοριών, συνδετικός άξονας των οποίων είναι αυτή του πρώην καταδίκου Γιάννη Αγιάννη, γνωστού στη φυλακή με τον αριθμό 24601, ο οποίος γίνεται μία δύναμη του καλού πάνω στη γη, χωρίς όμως να μπορεί να ξεφύγει από το παρελθόν του. Το μυθιστόρημα απαρτίζεται από πέντε μέρη, το καθένα από τα οποία χωρίζεται σε βιβλία, τα οποία με τη σειρά τους χωρίζονται σε κεφάλαια. Κάθε κεφάλαιο είναι σχετικά μικρό, συνήθως απαρτίζεται από μερικές σελίδες. Ωστόσο το βιβλίο στο σύνολο του είναι αρκετά μεγάλο για τα συνήθη δεδομένα, καθώς ξεπερνά τις χίλιες διακόσιες σελίδες στις πλήρεις εκδόσεις του. Στα πλαίσια της κεντρικής ιστορίας, ο Ουγκώ γεμίζει αρκετές σελίδες με τις σκέψεις του σχετικά με τη θρησκεία, την πολιτική και την κοινωνία, περιλαμβάνοντας τρεις εκτεταμένες παρεκβάσεις: μία συζήτηση για τις θρησκευτικές αρχές, μια άλλη για την αργκό, καθώς και τη γνωστή επική εξιστόρηση της μάχης του Βατερλώ.


Πηγή: Wikipedia

Κύριοι Χαρακτήρες

· Γιάννης Αγιάννης και Κύριος Μαγδαληνής (Jean Valjean): Ένας φτωχός άνδρας, που κλέβει ψωμί για την αδερφή του και τις ανιψιές του. Καταδικάζεται σε φυλάκιση, και στην αποφυλάκιση του 19 χρόνια αργότερα του δίνεται ένα κίτρινο αποφυλακιστήριο που τον στιγματίζει σαν πρώην κατάδικο. Αφότου αποκτά μια νέα ζωή, χάρη στον επίσκοπο Μυριήλ, καταστρέφει το αποφυλακιστήριό του και χρησιμοποιεί νέα ταυτότητα. Γίνεται δήμαρχος με το όνομα κύριος Μαγδαληνής, όμως αποκαλύπτει την ταυτότητά του για να μην καταδικαστεί κάποιος άδικα. Έτσι εγκαταλείπει το εργοστάσιο και τη δημαρχία, ζώντας μόνιμα κυνηγημένος από τον Ιαβέρη. Υιοθετεί και μεγαλώνει την Τιτίκα, κόρη της Φαντίνας. Πεθαίνει σε μεγάλη ηλικία.

· Ιαβέρης (Javert): Ένας παθιασμένος αστυνομικός Επιθεωρητής, που συνεχώς αναζητά, εντοπίζει και τελικά χάνει τον Γιάννη Αγιάννη. Πηγαίνει μεταμφιεσμένος στα οδοφράγματα, όμως η ταυτότητά του αποκαλύπτεται. Ο Αγιάννης έχει την ευκαιρία να τον σκοτώσει, αλλά τον αφήνει ελεύθερο. Ανίκανος να αποδεχτεί ότι ένας πρώην κατάδικος του έδειξε έλεος καθώς και ότι τον άφησε ελεύθερο, ο Ιαβέρης αυτοκτονεί πηδώντας στο Σηκουάνα.

· Επίσκοπος Μυριήλ, Επίσκοπος της Ντιν (Monseigneur Myriel): Ένας σπλαχνικός, ηλικιωμένος ιερέας, που προάγεται σε επίσκοπο μετά από μία τυχαία συνάντηση με το Ναπολέοντα. Πείθει τον Αγιάννη να αλλάξει τη ζωή του, αφότου του κλέβει διάφορα ασημικά και την ώρα που συλλαμβάνεται ο Αγιάννης ο ίδιος ενώπιον της αστυνομίας λέει πως του τα δώρισε.

· Φαντίνα (Fantine): Εργάτρια στο εργοστάσιο του δήμαρχου Μαγδαληνή. Απολύεται άδικα από μία επόπτρια. Καθώς είναι ανύπαντρη και πρέπει να φροντίσει την κόρη της, Τιτίκα, εκπορνεύεται. Παράλληλα πληρώνει τους Θερναδιέρους, ιδιοκτήτες ενός πανδοχείου, για να φροντίζουν την Τιτίκα. Ζει με το μίσος πως ο κύριος Μαγδαληνής την έδιωξε με αποτέλεσμα να δώσει τη κόρη της σε ανάδοχη οικογένεια να την μεγαλώσει. Γνωρίζεται με τον Αγιάννη, αντιλαμβάνεται πως δεν έφταιγε και συνάπτουν σχέση φιλίας, μέχρι το θάνατό της.

· Τιτίκα (Cosette): Η κόρη της Φαντίνας. Μετά το θάνατο της μητέρας της ανατρέφεται από τον Γιάννη Αγιάννη. Ερωτεύεται τον Μάριο Πομερσί στην ηλικία των δεκάξι, τον οποίο και παντρεύεται στο τέλος του έργου.

· Μάριος Πομερσί (Marius Pontmercy): Ένας αριστοκράτης που ενώνεται με τους επαναστάτες φοιτητές της ομάδας ΑΒ (Άλφα-Βήτα), αφότου ανακαλύπτει ότι ο πατέρας του ήταν οπαδός του Ναπολέοντα, ενώ αργότερα ερωτεύεται την Τιτίκα. Ο παππούς του τον μίσησε για τις πολιτικές απόψεις του, με αποτέλεσμα να φύγει από το σπίτι μη δεχόμενος περιουσία, και έτσι υποχρεώνεται να ζει στην ανέχεια.

· Θεναρδιέροι (Les Thénardiers): Ένας πανδοχέας και η σύζυγος του. Ανέθρεψαν την Τιτίκα στα πρώτα χρόνια της ζωής της. Ένα πονηρό ζευγάρι, το οποίο φερόταν βάναυσα στη μικρή Τιτίκα, μέχρι που τη ανακάλυψε ο Αγιάννης και την πήρε μαζί του, δίνοντας αμοιβή.

· Επονίνη (Éponine): Κόρη των Θεναρδιέρων. Μετά τον ερχομό των Θεναρδιέρων στο Παρίσι, ζει μαζί τους υπό άθλιες συνθήκες, ζητιανεύει και εκπορνεύεται. Είναι δεκαέξι ετών και είναι ερωτευμένη με τον Μάριο. Θυσιάζει την ζωή της στην μάχη, για να σώσει τον Μάριο.

· Γαβριάς (Gavroche): Ένα χαμίνι του Παρισιού, που παίρνει μέρος στην επανάσταση. Είναι γιος των Θεναρδιέρων, οι οποίοι τον εγκατέλειψαν νωρίς. Ένας ηρωικός πιτσιρίκος που παίζει με τους βασιλικούς στρατιώτες πάνω στα οδοφράγματα αψηφώντας τις ριπές των όπλων τους, δίνοντας θάρρος και εμπνέοντας τους επαναστάτες. Σκοτώνεται από ομοβροντία.



Πηγή: Wikipedia




Δευτερεύοντες Χαρακτήρες

· Ενζολοράς (Enzolras): Ηγέτης των εξεγερμένων φοιτητών της ομάδας ΑΒ.

· Κουρφεράκ (Courfeyrac): Φοιτητής, φίλος του Μάριου και μέλος του ΑΒ.

· Δεσποινίς Βαπτιστίνη (Mademoiselle Baptistine): Αδελφή του επισκόπου Μυριήλ, τον οποίο αγαπά και σέβεται.

· Κυρία Δοξαστή (Madame Magloire): Οικιακή βοηθός του επισκόπου και της αδερφής του. Παραπονιέται για την επιμονή του επισκόπου να ζει μέσα στη φτώχεια και φοβάται για την επιλογή του να αφήνει την πόρτα ανοικτή στους ξένους.

· Αδελφή Σεμπλίτσια (Sœur Simplice): Μία μοναχή που φροντίζει τη Φαντίνα όταν αρρωσταίνει και αφήνει πίσω της πολλές ευθύνες.

· Μιχαλάκης (Petit-Gervais): Ένα μικρό αγόρι που χάνει ένα νόμισμα. Ο Αγιάννης, χαμένος στις σκέψεις του, σκεπάζει με το πόδι του το νόμισμα, μη δίνοντας σημασία στις διαμαρτυρίες του αγοριού. Μόλις συνέρχεται και το αγόρι ήδη έχει εξαφανιστεί, αντιλαμβάνεται τι συνέβη και το αναζητά, αλλά μάταια,διότι το αγόρι έχει εξαφανιστεί από τα μάτια του Αγιάννη.

· Θερσανέμης (Père Fauchelevent): Ο Αγιάννης σώζει τη ζωή του Θερσανέμη όταν αυτός παγιδεύεται κάτω από ένα κάρο, το οποίο ο Αγιάννης μπορεί να σηκώσει. Ο Θερσανέμης ανταποδίδει αργότερα τη χάρη παρέχοντας κατάλυμα στον Αγιάννη και την Τιτίκα σε ένα μοναστήρι και επιπλέον δίνοντας τη δυνατότητα στον Αγιάννη να χρησιμοποιεί το όνομά του.

· Κύριος Γιλνορμάνδος (M. Luc Esprit Gillenormand): Ο παππούς του Μάριου. Είναι οπαδός της μοναρχίας και έχει οξύτατες αντιπαραθέσεις με τον Μάριο στα πολιτικά ζητήματα. Επιχειρεί να αποτρέψει τον Μάριο από το να επηρεαστεί από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν αξιωματικός στο στρατό του Ναπολέοντα. Παρά τις ιδεολογικές διαμάχες τους, αποδεικνύει την αγάπη του για τον εγγονό του.

· Δεσποινίς Γιλνορμάνδου: Η κόρη του κύριου Γιλνορμάνδου. Ζει με τον πατέρα της.

· Συνταγματάρχης Γεώργιος Πομερσί (Colonel Georges Pontmercy): Ο πατέρας του Μάριου, και αξιωματικός στο στρατό του Ναπολέοντα. Τραυματίζεται στη μάχη του Βατερλό και από μία ειρωνεία της τύχης πιστεύει ότι η ζωή του σώθηκε χάρη στον Θερναδιέρο. Αναφέρει στο γιο του για το χρέος του αυτό.

· Αζέλμα: Η κόρη των Θερναδιέρων, αδερφή της Επονίνης.



Πηγή: Wikipedia




Πλοκή

Ένας πεινασμένος νέος άνδρας, ο Γιάννης Αγιάννης, σπάζει τη βιτρίνα ενός αρτοπωλείου για να κλέψει ψωμί, με σκοπό να ταΐσει την οικογένειά του που λιμοκτονούσε. Η ποινή γι' αυτή του την κλοπή είναι πέντε χρόνια στα κάτεργα, που τελικώς γίνονται δεκαεννέα χρόνια ύστερα από τις επανειλημμένες προσπάθειές του να δραπετεύσει.

Βρισκόμαστε στο έτος 1815 στην Τουλόν και ο Γιάννης Αγιάννης αποφυλακίζεται σε ηλικία 46 χρόνων. Ωστόσο είναι αναγκασμένος να κουβαλάει ένα κίτρινο αποφυλακιστήριο, το οποίο τον σημαδεύει σαν κατάδικο. Αντιμετωπίζοντας την απόρριψη των πανδοχέων, που δεν θέλουν να φιλοξενήσουν έναν κατάδικο, αναγκάζεται να κοιμηθεί στο δρόμο. Ο μόνος που τον δέχεται είναι ένας άνθρωπος της εκκλησίας, ο επίσκοπος Μυριήλ, ο οποίος τον περιμαζεύει και του παρέχει στέγη. Το ίδιο βράδυ ο Γιάννης Αγιάννης, ασυνήθιστος στην τόση καλοσύνη, το σκάει παίρνοντας μαζί του τα ασημένια καντηλέρια του οικοδεσπότη του. Δεν προφταίνει να πάει μακριά και συλλαμβάνεται, αλλά ο επίσκοπος τον γλιτώνει, λέγοντας ότι ο ίδιος του είχε δωρίσει τα ασημικά και του δίνει μάλιστα και δύο κηροπήγια. Στη συνέχεια του λέει ότι πρέπει να είναι πλέον τίμιος και να κάνει καλές πράξεις για τους άλλους. Ο Γιάννης Αγιάννης είναι ελεύθερος, έκπληκτος και συγκινημένος. Για πρώτη φορά ύστερα από 19 ολόκληρα χρόνια, δάκρυα ανεβαίνουν στα μάτια του.

Έξι χρόνια αργότερα ο Αγιάννης είναι ένας εργατικός, τίμιος και πλούσιος εργοστασιάρχης και έχει διοριστεί δήμαρχος της πόλης όπου κατοικεί. Έχει καταστρέψει το αποφυλακιστήριό του και έχει υιοθετήσει το ψευδώνυμο Κύριος Μαγδαληνής ώστε να ξεφύγει από τον επιθεωρητή Ιαβέρη, που τον καταδιώκει ακόμα. Την ίδια περίοδο γνωρίζει μια δυστυχισμένη γυναίκα, την ετοιμοθάνατη Φαντίνα. Η Φαντίνα απολύθηκε από το εργοστάσιό του όταν μαθεύτηκε ότι έχει εξώγαμο παιδί και, μετά από αυτό, δεν έχει άλλη διέξοδο από την πορνεία. Πριν πεθάνει τον παρακαλά να φροντίσει για το παιδί της, τη μικρή Τιτίκα. Η μοίρα παίζει, όμως, περίεργα παιχνίδια και έτσι όταν ένας άλλος άντρας κατηγορείται ότι είναι ο Γιάννης Αγιάννης, η συνείδηση του Κυρίου Μαγδαληνή τον αναγκάζει να αποκαλύψει την ταυτότητά του, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί και πάλι στα κάτεργα. Αυτή τη φορά όμως δραπετεύει γρήγορα.

Πρώτη του δουλειά είναι να βρει τη μικρή Τιτίκα, την οποία η Φαντίνα είχε εμπιστευθεί σε έναν διεφθαρμένο πανδοχέα, τον Θερναδιέρο, και την σκληρόκαρδη και εγωίστρια γυναίκα του. Πληρώνοντας ένα ποσό ο Αγιάννης παίρνει την Τιτίκα από το πανδοχείο των Θερναδιέρων και φεύγει μαζί της για το Παρίσι, όπου βρίσκουν στέγη σε ένα μοναστήρι, μετά από ανελέητο κυνηγητό από τον Ιαβέρη. Η μικρή Τιτίκα βρίσκει στο πρόσωπο του Αγιάννη έναν αληθινό πατέρα, ενώ ο Ιαβέρης συνεχίζει να τον αναζητεί.

Δέκα χρόνια αργότερα, η Τιτίκα και ο Αγιάννης αφήνουν το μοναστήρι. Ένας φοιτητής, ο Μάριος Πομερσί, ο οποίος έχει αποξενωθεί από την οικογένειά του λόγω των δημοκρατικών του απόψεων, ερωτεύεται την Τιτίκα, η οποία είναι πλέον μια πανέμορφη κοπέλα. Οι Θεναρδιέροι, τώρα στο Παρίσι επικεφαλής αδίστακτης συμμορίας, ανακαλύπτουν την πραγματική ταυτότητα του Γιάννη Αγιάννη και σχεδιάζουν να τον ληστέψουν. Ο Μάριος μαθαίνει τα σχέδιά τους και καλεί την αστυνομία η οποία συλλαμβάνει τη συμμορία.

Ο Θερναδιέρος, έχοντας αποδράσει από τη φυλακή, ηγείται μιας συμμορίας ληστών με στόχο το σπίτι του Αγιάννη, κατά τη διάρκεια κρυφής συνάντησης εκεί του Μάριου και της Τιτίκας. Ωστόσο η Επονίνα, κόρη του Θερναδιέρου, η οποία είναι επίσης ερωτευμένη με το Μάριο, αναγκάζει τους ληστές να εγκαταλείψουν το σπίτι.

Εξεγερμένοι φοιτητές, υπό την αρχηγεία του Ενζολορά, προετοιμάζουν επανάσταση την παραμονή της εξέγερσης του Παρισιού στις 5-6 Ιουνίου του 1832, μετά από το θάνατο του στρατηγού Λαμάρκ, του μόνου Γάλλου ηγέτη που ενδιαφερόταν για τις λαϊκές τάξεις. Στην επανάσταση συμμετέχουν και οι φτωχοί, συμπεριλαμβανομένου και του μικρού χαμινιού Γαβριά.

Την επόμενη μέρα, οι φοιτητές εξεγείρονται και δημιουργούν οδοφράγματα στα στενά του Παρισιού. Ο Αγιάννης μαθαίνοντας ότι ο αγαπημένος της Τιτίκας συμμετέχει στην εξέγερση, ενώνεται με τους φοιτητές, χωρίς να είναι σίγουρος αν θέλει να τον προστατεύσει ή να τον σκοτώσει. Η Επονίνα, που συμμετέχει στη εξέγερση για να προστατεύσει το Μάριο, καταλήγει να δεχτεί μία σφαίρα που προοριζόταν γι αυτόν και πεθαίνει ευτυχισμένη στα χέρια του. Μέσα στα οδοφράγματα ο Γιάννης Αγιάννης ξανασυναντά τον Ιαβέρη και ενώ του παρουσιάζεται μοναδική ευκαιρία να τον σκοτώσει και να σωθεί μια για πάντα από το ανελέητο κυνηγητό του, τον αφήνει ελεύθερο και τον σώζει από τα χέρια των φοιτητών που σκόπευαν να τον εκτελέσουν.

Μέσα στη μάχη ο Μάριος τραυματίζεται και χάνει τελείως τις αισθήσεις του. Ο Γιάννης Αγιάννης παίρνει τον Μάριο στους ώμους του διαφεύγοντας μέσω των υπονόμων. Στην έξοδο πέφτει πάνω στον Ιαβέρη, τον οποίο πείθει να του δώσει διορία για να επιστρέψει τον Μάριο στην οικογένειά του. Ο Ιαβέρης δέχεται, ενώ αντιλαμβάνεται ότι είναι παγιδευμένος ανάμεσα στην πίστη του στο νόμο και στο έλεος που του έδειξε ο Αγιάννης. Αδυνατώντας να αντιμετωπίσει το δίλημμά του, αυτοκτονεί πέφτοντας στα νερά του Σηκουάνα και ο Αγιάννης μένει για πάντα ελεύθερος. Σύντομα ο Μάριος και η Τιτίκα παντρεύονται. Ο Αγιάννης χάνει τη θέληση του για τη ζωή, καθώς η Τιτίκα δεν τον χρειάζεται πλέον. Ο Μάριος, είναι πεπεισμένος ότι ο Αγιάννης είναι χαρακτήρας χαμηλού ηθικού αναστήματος και απομακρύνει την Τιτίκα από αυτόν. Μαθαίνει πολύ αργά, μετά από μια συνάντηση με τον Θεναρδιέρο,για τις καλές πράξεις του και σπεύδουν με την Τιτίκα στο σπίτι του, όπου βρίσκεται ετοιμοθάνατος. Ο Αγιάννης αποκαλύπτει το παρελθόν του στο ζευγάρι και στις τελευταίες του στιγμές ανακαλύπτει τελικά την ευτυχία με τη θετή του κόρη και τον γαμπρό του στο πλευρό του. Τους εκφράζει την αγάπη του και πεθαίνει.


Πηγή: Wikipedia